Όταν πέρσι τον Δεκέμβριο έγινε στο Κίεβο η πρεμιέρα της ταινίας «Ποιος είναι ο μίστερ Πούτιν» ξέσπασε σάλος τόσο στην Ουκρανία όσο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Το θέμα του ντοκιμαντέρ του Βαλέρι Μπαλαγιάν, παρουσιάζει με τρόπο τεκμηριωμένο και αδιάσειστο, μέσα από έγγραφα και συνεντεύξεις συνεργατών του σημερινού προέδρου της Ρωσίας, τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε ως υπεύθυνος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων του Δήμου της Αγίας Πετρούπολης, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Η ταινία, φυσικά, δεν προβλήθηκε ποτέ στη Ρωσία. Ο δημιουργός, αρχικά την ανήρτησε στην ιστοσελίδα του ραδιοσταθμού «Ράδιο Ελευθερία», όπου μέσα σε λίγες ημέρες, περισσότεροι από 500.000 χρήστες του διαδικτύου την είδαν. Αργότερα, η ταινία αναρτήθηκε στο youtube και σε άλλες διαδικτυακές πλατφόρμες. Σήμερα, περισσότεροι από 3.000.000 χρήστες έχουν παρακολουθήσει αυτό το ντοκιμαντέρ
Ο Βαλέρι Μπαλαγιάν είναι σκηνοθέτης κινηματογράφου και σεναριογράφος, μέλος της Ένωσης Κινηματογραφιστών της Ρωσίας και της Ουκρανίας, μέλος της Ένωσης Δημοσιογράφων της Ρωσίας και μέλος της Συντεχνίας Κινηματοδραματουργών της Ρωσίας, καθώς και μέλος της Συντεχνίας των Σκηνοθετών Κινηματογράφου της Ρωσίας.
Η ταινία, φυσικά, δεν προβλήθηκε ποτέ στη Ρωσία. Ο δημιουργός, αρχικά την ανήρτησε στην ιστοσελίδα του ραδιοσταθμού «Ράδιο Ελευθερία», όπου μέσα σε λίγες ημέρες, περισσότεροι από 500.000 χρήστες του διαδικτύου την είδαν. Αργότερα, η ταινία αναρτήθηκε στο youtube και σε άλλες διαδικτυακές πλατφόρμες. Σήμερα, περισσότεροι από 3.000.000 χρήστες έχουν παρακολουθήσει αυτό το ντοκιμαντέρ
Ο Βαλέρι Μπαλαγιάν είναι σκηνοθέτης κινηματογράφου και σεναριογράφος, μέλος της Ένωσης Κινηματογραφιστών της Ρωσίας και της Ουκρανίας, μέλος της Ένωσης Δημοσιογράφων της Ρωσίας και μέλος της Συντεχνίας Κινηματοδραματουργών της Ρωσίας, καθώς και μέλος της Συντεχνίας των Σκηνοθετών Κινηματογράφου της Ρωσίας.
Αφού αποφοίτησε το 1982 από τη Σχολή Οικονομίας και Οικονομικών του Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης, συνέχισε τις σπουδές του στην τάξη Δραματουργίας στην Ανώτατη Σχολή Σεναριογράφων και Σκηνοθετών του Οργανισμού «Κρατικός Κινηματογράφος» της ΕΣΣΔ απ’ όπου αποφοίτησε το 1986 και επανήλθε στον ίδιο οργανισμό για επανεκπαίδευση το 1989.
Η επαγγελματική του σταδιοδρομία ξεκίνησε ως απλός εργάτης στα κινηματογραφικά στούντιο Leninfilm το 1980 -1982 στα συνεργεία της Ντινάρα Ασάνοβα, του Ιλιά Αβέρμπαχ, του Μιχαήλ Γιερσόφ, του Βλαντίμιρ Φετίν και του Σεργκέι Οβτσαρόφ και άλλων. Το 1982 έγινε δεκτός ως βοηθός οπερατέρ στο στούντιο ταινιών τεκμηρίωσης και εργάστηκε σε συνεργεία διαφόρων σκηνοθετών όπως ο Αλεξέι Ουτσίτελ, ο Νικολάι Ομπουχόβιτς, ο Σεργκέι Σκβοτσόφ, ο Πάβελ Κόγκαν.
Το 1984 έγινε δεκτός στο τμήμα Ανωτάτων Σπουδών σεναριογράφων και σκηνοθετών, στο εργαστήριο του Λεονίντ Γκουρέβιτς. Το 1989 αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του άρχισε να δημιουργεί και υπό τη σκηνοθετική του μπαγκέτα γυρίστηκαν περισσότερα από 40 ντοκιμαντέρ, ενώ γύρισε άλλα 60 με δική του παραγωγή.
Για πολλά χρόνια εργάστηκε ως σκηνοθέτης στον τηλεοπτικό σταθμό PEN-TV, καθώς επίσης και στους τηλεοπτικούς σταθμούς Alma Mater, Kultura, PTP, TVC, ACC-TV.
Το διάστημα 2003 – 2008 εργάστηκε ως καθηγητής στο φημισμένο Πανρωσικό Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογραφίας. Το 2012 – 2014 ήταν υπεύθυνος για το εργαστήριο σκηνοθεσίας και παραγωγής στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομίας στην Μόσχα.
Από το 1985 μέχρι το 2014 είχε τιμηθεί συνολικά με 14 εθνικά και διεθνή βραβεία.
Για τον Βαλέρι Μπαλογιάν μου μίλησε ένας φίλος του και μου υπέδειξε την ταινία του. Αφού την είδα, τον αναζήτησα στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, τον προσέγγισα και του ζήτησα να μιλήσουμε. Ευτυχώς, η σύγχρονη τεχνολογία, την οποία τόσο πολλοί ξορκίζουν μετά βδελυγμίας, μας βοήθησε να καταργήσουμε τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου και να συζητήσουμε. Το αποτέλεσμα αυτής της συζήτησης είναι πια στη διάθεση του αναγνώστη.
Πρόσφατα έγινε η πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ σας «Ποιος είναι ο κύριος Πούτιν» στο Κίεβο. Γιατί επιλέξατε αυτή την πόλη;
Η πρεμιέρα έγινε πριν από ένα χρόνο και επέλεξα το Κίεβο γιατί εκεί ζω πλέον, αφότου εγκατέλειψα τη Ρωσία. Νομίζω πως η πρεμιέρα αυτή στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα ήταν αδύνατη.
Ο τίτλος της ταινίας σας ηχεί εξαιρετικά αμφίσημα στη ρωσική γλώσσα. Δεν φοβάστε ότι θα σας κατηγορήσουν γι’ αυτό;
Όχι, γιατί αυτή η συνδήλωση είναι ελαφρώς κεκαλυμμένη. Βέβαια, για τους Ουκρανούς είναι πολύ πιο διάφανη, χάρη στο meme, το οποίο διαμορφώθηκε εδώ αυθόρμητα σε σχέση με το επίθετο του Ρώσου προέδρου πριν δύο χρόνια. Εκτός από αυτό, στην ταινία υπάρχουν αρκετά σημαντικά επεισόδια, εκτός από τον τίτλο, για τα οποία θα έπρεπε να φοβάμαι. Παραφράζοντας τα λόγια του Πούτιν για τον απόπατο στον οποίο ορκίστηκε να βουτήξει όλους τους εχθρούς του, θα έλεγα ότι «Να φοβάστε τον Πούτιν, στον απόπατο να μην πηγαίνετε».
Ποιο είναι το βασικό συμπέρασμα που καταλήξατε για τον εαυτό σας, φτιάχνοντας αυτή την ταινία;
Το βασικό συμπέρασμα αυτής της ταινίας το διατυπώνουν στο τέλος της οι πρωταγωνιστές της, όλοι εκείνοι που γνώρισαν προσωπικά τον Πούτιν, που ξέρουν τι έκανε στην Πετρούπολη τη δεκαετία του 1990. Με δυο λόγια ο Πούτιν είναι κλέφτης. Θα πρόσθετα το εξαιρετικό του ταλέντο να είναι ενδιάμεσος ανάμεσα σε συμμορίτες, επιχειρηματίες και πολιτικούς. Η εξυπηρέτηση συμφερόντων των τριών αυτών σημαντικότατων ομάδων ήταν το τραμπολίνο, το οποίο τον εκτόξευσε στις κορυφές του πολιτικού Ολύμπου στη Ρωσία.
Αναρτήσατε την ταινία σας στην ιστοσελίδα του «Ράδιο Ελευθερία» και την παρακολούθησαν περισσότεροι από πεντακόσιες χιλιάδες χρήστες. Πώς αντιδρά το κοινό με την προβολή της ταινίας;
Η ταινία είναι αναρτημένη όχι μόνο στην ιστοσελίδα του “Ράδιο Ευρώπη” αλλά και σε πολλές άλλες. Μόνο κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα μετά την κυκλοφορία της, ο συνολικός αριθμός έφτασε τα δύο εκατομμύρια.
Σήμερα, ο αριθμός αυτός έφτασε τα τρία εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες. Οι αντιδράσεις του κοινού είναι πολωτικές – η πλειοψηφία εκφράζει τις ευχαριστίες της. Υπάρχουν όμως και πολλοί, οι οποίοι με καταριούνται, με υβρίζουν και με προσβάλουν.
Ποιες δυσκολίες έπρεπε να ξεπεράσατε για να ολοκληρώσετε την ταινία;
Η βασική δυσκολία ήταν να παραμείνει κρυφό το ίδιο το γεγονός της δημιουργίας αυτής της ταινίας. Μια άλλη ήταν ότι ορισμένοι άνθρωποι μετά τα γυρίσματα αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους σε αυτή.
Πώς καταφέρατε να αποφύγετε τις διαρροές κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και των γυρισμάτων;
Κατά την προετοιμασία της ταινίας συμμετείχαμε συνολικά τέσσερα άτομα. Καταβάλαμε κάθε προσπάθεια να μην αναφερόμαστε σε αυτή ούτε κατά τη διάρκεια των τηλεφωνικών μας συνδιαλέξεων, όσο και στην ηλεκτρονική μας αλληλογραφία.
Νομίζω, όμως, πως απλά, κανείς εκτός από εμάς δεν ενδιαφερόταν σοβαρά γι’ αυτή την ταινία, διαφορετικά ακόμη και αυτά τα προληπτικά μέτρα που πήραμε θα ήταν άχρηστα.
Πώς καταφέρατε να συγκεντρώσετε ένα τόσο «καυτό υλικό», σε μια εποχή ιδιαίτερα υψηλής δημοφιλίας του Ρώσου προέδρου;
Το βασικό υλικό το συγκεντρώσαμε πριν από πολλά χρόνια, χάρη στην έρευνα του Βλαντίμιρ Ιβανίτζε, της Αναστασίας Κιριλένκο, του Γιούργκεν Ροτ και άλλων δημοσιογράφων. Αναφορικά με την «υψηλή δημοφιλία» του προέδρου, θα πρέπει να σας πω πως ποτέ και πουθενά στη Ρωσική Ομοσπονδία δεν έχει μετρηθεί από ανεξάρτητες εταιρείες δημοσκοπήσεων. Το κυριότερο είναι ότι τον υποστηρίζει η καθολική προπαγάνδα των ελεγχόμενων από το Κρεμλίνο ΜΜΕ, και πριν απ’ όλα οι πανεθνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Βομβαρδίζουν κυριολεκτικά τον πληθυσμό τα τελευταία 3- 4 χρόνια, με τρόπο κατά πολύ χειρότερο από εκείνον του Γκαίμπελς στην Γερμανία.
Ποιος χρηματοδότησε την ταινία σας;
Γύρισα την ταινία με δικά μου χρήματα, χρήματα που απέκτησα από την πώληση του διαμερίσματός μου στην Μόσχα.
Ποια απόσταση μας χωρίζει σήμερα από το «Σινεμά – Αλήθεια» του Τζίγκα Βέρτοφ και με ποιον τρόπο ο σημερινός ντουκουμενταρίστας μπορεί να αποφύγει τις παγίδες της εξουσίας, με στόχο να δείξει την αλήθεια στον θεατή;
Το «Σινεμά – Αλήθεια» του Βερτόφ ήταν στην πραγματικότητα ένα σχέδιο ιδεολογικής προπαγάνδας που εξυμνούσε τα πρώτα επιτεύγματα της επανάστασης. Για αυτό και δεν ήταν η αλήθεια, παρά μόνο ένα τμήμα της. Ο Βερτόφ ήταν ένας ρομαντικός που αφιέρωσε το τεράστιο ταλέντο του στην υπηρεσία του ανθρωποφάγου καθεστώτος των Μπολσεβίκων, οι οποίοι σφετερίστηκαν τη νόμιμη εξουσία στη Ρωσία. Στη συνέχεια γύρισε την ταινία «Νανούρισμα», όπου ανερυθρίαστα εξυμνούσε το δήμιο της Ρωσίας Στάλιν. Είχε πολύ κακό τέλος, ξεχασμένος απ’ όλους και πάμφτωχος. Για να πεις την αλήθεια στη Ρωσία θα πρέπει να μένεις μακριά από την εξουσία και μάλιστα από κάθε εξουσία. Είναι το μάθημα που πρέπει να μάθουμε από την τραγική τύχη αυτού του μεγαλοφυούς δημιουργού του ντοκιμαντέρ.
Ο ντοκιμαντερίστας είναι ο «πολεμικός ανταποκριτής» στο μέτωπο της «Αλήθειας». Πώς ξεχωρίζετε την αλήθεια από το ψέμα, το γεγονός από την προπαγάνδα;
Είναι πολύ απλό να ξεχωρίσεις την αλήθεια από το ψέμα. Τα γεγονότα που παρουσιάζονται στην ταινία μου δεν τα αμφισβήτησε κανείς όχι μόνο στο δικαστήριο, αλλά δεν συζητήθηκαν ποτέ στο δημόσιο διάλογο της Ρωσίας. Η εξουσία έκανε πως αυτή η ταινία δεν υπάρχει, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι την έχουν δει εκατομμύρια, ότι την έχουν προβάλει τηλεοπτικοί σταθμοί στην Ουκρανία, τη Λιθουανία, την Πολωνία, το Καζαχστάν, την Λευκορωσία μέσω δορυφόρου. Ακόμη και τα λεγόμενα “αντιπολιτευόμενα” ΜΜΕ στη Ρωσία, προτίμησαν να κάνουν πως η ταινία αυτή δεν υπάρχει. Είναι και αυτή μια ιδιότητα της αλήθειας. Όταν δεν έχεις να αντιπαραβάλλεις τίποτα στα στοιχεία που παρουσιάζονται στην ταινία. Γι’ αυτό και η ταινία αυτή περιβάλλεται από τοίχους σιωπής, από μια συνωμοσία ολοκληρωτικής σιωπής.
Ποια είναι η εκτίμησή σας για την ελευθερία του λόγου στη Ρωσία σήμερα;
Με δυο λέξεις: δεν υπάρχει. Γενικά, δεν υπάρχει πλέον.
Πώς ονειρεύεστε να δείτε τη Ρωσία;
Ονειρεύομαι να δω το τέλος αυτής της αυτοκρατορίας. Ώστε να επιτρέψει, πλέον, σε όλους τους λαούς, οι οποίοι δεν θέλουν να ζουν πια εντός της, σύμφωνα με τους απάνθρωπους αυτοκρατορικούς κανόνες. Νομίζω πως σύντομα θα γίνουμε μάρτυρες αυτού του τέλους.
Μπορεί μια ταινία να αλλάξει τα πράγματα ή, πολύ περισσότερο, την πραγματικότητα;
Μόνο όταν η πραγματικότητα είναι ώριμη για κάτι τέτοιο. Για τη δική μου γενιά, μια τέτοια ταινία ήταν η «Μετάνοια» του Αμπουλάτζε, η οποία προβλήθηκε το 1986. Μετά από αυτή την ταινία ήταν προφανές ότι το ιδεολογικό σύστημα της ΕΣΣΔ, κατέρρευσε για πάντα. Έτσι και έγινε, μετά από λίγα χρόνια.
Διδάσκετε σε ένα από τα καλύτερα ΑΕΙ της Ρωσίας, στην Ανώτατη Σχολή Οικονομίας. Πώς αντιδρούν οι φοιτητές στις ταινίες σας;
Δεν διδάσκω πλέον, έχω φύγει από την Μόσχα. Οι φοιτητές μου, οι τρεις τάξεις που πέρασαν, με αντιμετωπίζουν καλά και πολύ φιλικά.
Μετά από τριάντα χρόνια επιστρέψατε στην Ουκρανία και μάλιστα ζητήσατε και πήρατε την ουκρανική υπηκοότητα. Πώς οδηγηθήκατε σε αυτή σας την απόφαση, σε μια εποχή τόσο δύσκολων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών;
Ουσιαστικά, στη Ρωσία ήμουν άνεργος και μου απαγόρευαν να ασκώ το επάγγελμά μου. Δεν είχα άλλη επιλογή. Εκείνη την περίοδο η Ουκρανία, το 2015, έδειξε σε όλο τον κόσμο ότι εκτιμά τις πολιτικές ελευθερίες πάνω απ’ όλα, ότι θέλει να ξεκόψει για πάντα από την Μόσχα, να πάρει έναν ευρωπαϊκό δρόμο. Είμαι ευτυχής που τώρα ζω εδώ και έχω ουκρανικό διαβατήριο. Εδώ μπορώ και αναπνέω, δεν υπάρχει όλο εκείνο το μίσος, η αγένεια και μισανθρωπία, που νιώθεις όταν είσαι στην Μόσχα.
Η επαγγελματική του σταδιοδρομία ξεκίνησε ως απλός εργάτης στα κινηματογραφικά στούντιο Leninfilm το 1980 -1982 στα συνεργεία της Ντινάρα Ασάνοβα, του Ιλιά Αβέρμπαχ, του Μιχαήλ Γιερσόφ, του Βλαντίμιρ Φετίν και του Σεργκέι Οβτσαρόφ και άλλων. Το 1982 έγινε δεκτός ως βοηθός οπερατέρ στο στούντιο ταινιών τεκμηρίωσης και εργάστηκε σε συνεργεία διαφόρων σκηνοθετών όπως ο Αλεξέι Ουτσίτελ, ο Νικολάι Ομπουχόβιτς, ο Σεργκέι Σκβοτσόφ, ο Πάβελ Κόγκαν.
Το 1984 έγινε δεκτός στο τμήμα Ανωτάτων Σπουδών σεναριογράφων και σκηνοθετών, στο εργαστήριο του Λεονίντ Γκουρέβιτς. Το 1989 αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του άρχισε να δημιουργεί και υπό τη σκηνοθετική του μπαγκέτα γυρίστηκαν περισσότερα από 40 ντοκιμαντέρ, ενώ γύρισε άλλα 60 με δική του παραγωγή.
Για πολλά χρόνια εργάστηκε ως σκηνοθέτης στον τηλεοπτικό σταθμό PEN-TV, καθώς επίσης και στους τηλεοπτικούς σταθμούς Alma Mater, Kultura, PTP, TVC, ACC-TV.
Το διάστημα 2003 – 2008 εργάστηκε ως καθηγητής στο φημισμένο Πανρωσικό Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογραφίας. Το 2012 – 2014 ήταν υπεύθυνος για το εργαστήριο σκηνοθεσίας και παραγωγής στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομίας στην Μόσχα.
Από το 1985 μέχρι το 2014 είχε τιμηθεί συνολικά με 14 εθνικά και διεθνή βραβεία.
Για τον Βαλέρι Μπαλογιάν μου μίλησε ένας φίλος του και μου υπέδειξε την ταινία του. Αφού την είδα, τον αναζήτησα στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, τον προσέγγισα και του ζήτησα να μιλήσουμε. Ευτυχώς, η σύγχρονη τεχνολογία, την οποία τόσο πολλοί ξορκίζουν μετά βδελυγμίας, μας βοήθησε να καταργήσουμε τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου και να συζητήσουμε. Το αποτέλεσμα αυτής της συζήτησης είναι πια στη διάθεση του αναγνώστη.
Πρόσφατα έγινε η πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ σας «Ποιος είναι ο κύριος Πούτιν» στο Κίεβο. Γιατί επιλέξατε αυτή την πόλη;
Η πρεμιέρα έγινε πριν από ένα χρόνο και επέλεξα το Κίεβο γιατί εκεί ζω πλέον, αφότου εγκατέλειψα τη Ρωσία. Νομίζω πως η πρεμιέρα αυτή στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα ήταν αδύνατη.
Ο τίτλος της ταινίας σας ηχεί εξαιρετικά αμφίσημα στη ρωσική γλώσσα. Δεν φοβάστε ότι θα σας κατηγορήσουν γι’ αυτό;
Όχι, γιατί αυτή η συνδήλωση είναι ελαφρώς κεκαλυμμένη. Βέβαια, για τους Ουκρανούς είναι πολύ πιο διάφανη, χάρη στο meme, το οποίο διαμορφώθηκε εδώ αυθόρμητα σε σχέση με το επίθετο του Ρώσου προέδρου πριν δύο χρόνια. Εκτός από αυτό, στην ταινία υπάρχουν αρκετά σημαντικά επεισόδια, εκτός από τον τίτλο, για τα οποία θα έπρεπε να φοβάμαι. Παραφράζοντας τα λόγια του Πούτιν για τον απόπατο στον οποίο ορκίστηκε να βουτήξει όλους τους εχθρούς του, θα έλεγα ότι «Να φοβάστε τον Πούτιν, στον απόπατο να μην πηγαίνετε».
Ποιο είναι το βασικό συμπέρασμα που καταλήξατε για τον εαυτό σας, φτιάχνοντας αυτή την ταινία;
Το βασικό συμπέρασμα αυτής της ταινίας το διατυπώνουν στο τέλος της οι πρωταγωνιστές της, όλοι εκείνοι που γνώρισαν προσωπικά τον Πούτιν, που ξέρουν τι έκανε στην Πετρούπολη τη δεκαετία του 1990. Με δυο λόγια ο Πούτιν είναι κλέφτης. Θα πρόσθετα το εξαιρετικό του ταλέντο να είναι ενδιάμεσος ανάμεσα σε συμμορίτες, επιχειρηματίες και πολιτικούς. Η εξυπηρέτηση συμφερόντων των τριών αυτών σημαντικότατων ομάδων ήταν το τραμπολίνο, το οποίο τον εκτόξευσε στις κορυφές του πολιτικού Ολύμπου στη Ρωσία.
Αναρτήσατε την ταινία σας στην ιστοσελίδα του «Ράδιο Ελευθερία» και την παρακολούθησαν περισσότεροι από πεντακόσιες χιλιάδες χρήστες. Πώς αντιδρά το κοινό με την προβολή της ταινίας;
Η ταινία είναι αναρτημένη όχι μόνο στην ιστοσελίδα του “Ράδιο Ευρώπη” αλλά και σε πολλές άλλες. Μόνο κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα μετά την κυκλοφορία της, ο συνολικός αριθμός έφτασε τα δύο εκατομμύρια.
Σήμερα, ο αριθμός αυτός έφτασε τα τρία εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες. Οι αντιδράσεις του κοινού είναι πολωτικές – η πλειοψηφία εκφράζει τις ευχαριστίες της. Υπάρχουν όμως και πολλοί, οι οποίοι με καταριούνται, με υβρίζουν και με προσβάλουν.
Ποιες δυσκολίες έπρεπε να ξεπεράσατε για να ολοκληρώσετε την ταινία;
Η βασική δυσκολία ήταν να παραμείνει κρυφό το ίδιο το γεγονός της δημιουργίας αυτής της ταινίας. Μια άλλη ήταν ότι ορισμένοι άνθρωποι μετά τα γυρίσματα αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους σε αυτή.
Πώς καταφέρατε να αποφύγετε τις διαρροές κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και των γυρισμάτων;
Κατά την προετοιμασία της ταινίας συμμετείχαμε συνολικά τέσσερα άτομα. Καταβάλαμε κάθε προσπάθεια να μην αναφερόμαστε σε αυτή ούτε κατά τη διάρκεια των τηλεφωνικών μας συνδιαλέξεων, όσο και στην ηλεκτρονική μας αλληλογραφία.
Νομίζω, όμως, πως απλά, κανείς εκτός από εμάς δεν ενδιαφερόταν σοβαρά γι’ αυτή την ταινία, διαφορετικά ακόμη και αυτά τα προληπτικά μέτρα που πήραμε θα ήταν άχρηστα.
Πώς καταφέρατε να συγκεντρώσετε ένα τόσο «καυτό υλικό», σε μια εποχή ιδιαίτερα υψηλής δημοφιλίας του Ρώσου προέδρου;
Το βασικό υλικό το συγκεντρώσαμε πριν από πολλά χρόνια, χάρη στην έρευνα του Βλαντίμιρ Ιβανίτζε, της Αναστασίας Κιριλένκο, του Γιούργκεν Ροτ και άλλων δημοσιογράφων. Αναφορικά με την «υψηλή δημοφιλία» του προέδρου, θα πρέπει να σας πω πως ποτέ και πουθενά στη Ρωσική Ομοσπονδία δεν έχει μετρηθεί από ανεξάρτητες εταιρείες δημοσκοπήσεων. Το κυριότερο είναι ότι τον υποστηρίζει η καθολική προπαγάνδα των ελεγχόμενων από το Κρεμλίνο ΜΜΕ, και πριν απ’ όλα οι πανεθνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Βομβαρδίζουν κυριολεκτικά τον πληθυσμό τα τελευταία 3- 4 χρόνια, με τρόπο κατά πολύ χειρότερο από εκείνον του Γκαίμπελς στην Γερμανία.
Ποιος χρηματοδότησε την ταινία σας;
Γύρισα την ταινία με δικά μου χρήματα, χρήματα που απέκτησα από την πώληση του διαμερίσματός μου στην Μόσχα.
Ποια απόσταση μας χωρίζει σήμερα από το «Σινεμά – Αλήθεια» του Τζίγκα Βέρτοφ και με ποιον τρόπο ο σημερινός ντουκουμενταρίστας μπορεί να αποφύγει τις παγίδες της εξουσίας, με στόχο να δείξει την αλήθεια στον θεατή;
Το «Σινεμά – Αλήθεια» του Βερτόφ ήταν στην πραγματικότητα ένα σχέδιο ιδεολογικής προπαγάνδας που εξυμνούσε τα πρώτα επιτεύγματα της επανάστασης. Για αυτό και δεν ήταν η αλήθεια, παρά μόνο ένα τμήμα της. Ο Βερτόφ ήταν ένας ρομαντικός που αφιέρωσε το τεράστιο ταλέντο του στην υπηρεσία του ανθρωποφάγου καθεστώτος των Μπολσεβίκων, οι οποίοι σφετερίστηκαν τη νόμιμη εξουσία στη Ρωσία. Στη συνέχεια γύρισε την ταινία «Νανούρισμα», όπου ανερυθρίαστα εξυμνούσε το δήμιο της Ρωσίας Στάλιν. Είχε πολύ κακό τέλος, ξεχασμένος απ’ όλους και πάμφτωχος. Για να πεις την αλήθεια στη Ρωσία θα πρέπει να μένεις μακριά από την εξουσία και μάλιστα από κάθε εξουσία. Είναι το μάθημα που πρέπει να μάθουμε από την τραγική τύχη αυτού του μεγαλοφυούς δημιουργού του ντοκιμαντέρ.
Ο ντοκιμαντερίστας είναι ο «πολεμικός ανταποκριτής» στο μέτωπο της «Αλήθειας». Πώς ξεχωρίζετε την αλήθεια από το ψέμα, το γεγονός από την προπαγάνδα;
Είναι πολύ απλό να ξεχωρίσεις την αλήθεια από το ψέμα. Τα γεγονότα που παρουσιάζονται στην ταινία μου δεν τα αμφισβήτησε κανείς όχι μόνο στο δικαστήριο, αλλά δεν συζητήθηκαν ποτέ στο δημόσιο διάλογο της Ρωσίας. Η εξουσία έκανε πως αυτή η ταινία δεν υπάρχει, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι την έχουν δει εκατομμύρια, ότι την έχουν προβάλει τηλεοπτικοί σταθμοί στην Ουκρανία, τη Λιθουανία, την Πολωνία, το Καζαχστάν, την Λευκορωσία μέσω δορυφόρου. Ακόμη και τα λεγόμενα “αντιπολιτευόμενα” ΜΜΕ στη Ρωσία, προτίμησαν να κάνουν πως η ταινία αυτή δεν υπάρχει. Είναι και αυτή μια ιδιότητα της αλήθειας. Όταν δεν έχεις να αντιπαραβάλλεις τίποτα στα στοιχεία που παρουσιάζονται στην ταινία. Γι’ αυτό και η ταινία αυτή περιβάλλεται από τοίχους σιωπής, από μια συνωμοσία ολοκληρωτικής σιωπής.
Ποια είναι η εκτίμησή σας για την ελευθερία του λόγου στη Ρωσία σήμερα;
Με δυο λέξεις: δεν υπάρχει. Γενικά, δεν υπάρχει πλέον.
Πώς ονειρεύεστε να δείτε τη Ρωσία;
Ονειρεύομαι να δω το τέλος αυτής της αυτοκρατορίας. Ώστε να επιτρέψει, πλέον, σε όλους τους λαούς, οι οποίοι δεν θέλουν να ζουν πια εντός της, σύμφωνα με τους απάνθρωπους αυτοκρατορικούς κανόνες. Νομίζω πως σύντομα θα γίνουμε μάρτυρες αυτού του τέλους.
Μπορεί μια ταινία να αλλάξει τα πράγματα ή, πολύ περισσότερο, την πραγματικότητα;
Μόνο όταν η πραγματικότητα είναι ώριμη για κάτι τέτοιο. Για τη δική μου γενιά, μια τέτοια ταινία ήταν η «Μετάνοια» του Αμπουλάτζε, η οποία προβλήθηκε το 1986. Μετά από αυτή την ταινία ήταν προφανές ότι το ιδεολογικό σύστημα της ΕΣΣΔ, κατέρρευσε για πάντα. Έτσι και έγινε, μετά από λίγα χρόνια.
Διδάσκετε σε ένα από τα καλύτερα ΑΕΙ της Ρωσίας, στην Ανώτατη Σχολή Οικονομίας. Πώς αντιδρούν οι φοιτητές στις ταινίες σας;
Δεν διδάσκω πλέον, έχω φύγει από την Μόσχα. Οι φοιτητές μου, οι τρεις τάξεις που πέρασαν, με αντιμετωπίζουν καλά και πολύ φιλικά.
Μετά από τριάντα χρόνια επιστρέψατε στην Ουκρανία και μάλιστα ζητήσατε και πήρατε την ουκρανική υπηκοότητα. Πώς οδηγηθήκατε σε αυτή σας την απόφαση, σε μια εποχή τόσο δύσκολων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών;
Ουσιαστικά, στη Ρωσία ήμουν άνεργος και μου απαγόρευαν να ασκώ το επάγγελμά μου. Δεν είχα άλλη επιλογή. Εκείνη την περίοδο η Ουκρανία, το 2015, έδειξε σε όλο τον κόσμο ότι εκτιμά τις πολιτικές ελευθερίες πάνω απ’ όλα, ότι θέλει να ξεκόψει για πάντα από την Μόσχα, να πάρει έναν ευρωπαϊκό δρόμο. Είμαι ευτυχής που τώρα ζω εδώ και έχω ουκρανικό διαβατήριο. Εδώ μπορώ και αναπνέω, δεν υπάρχει όλο εκείνο το μίσος, η αγένεια και μισανθρωπία, που νιώθεις όταν είσαι στην Μόσχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου