Σήμα κατατεθέν, μεταξύ άλλων, στο χωριό του Μοχού, ικανό να τραβήξει τα βλέμματα, είναι το ιστορικό, παραδοσιακό καφενείο "Ο Σκοτεινιανός"...
Ο Σκοτεινιανός ήταν οπλαρχηγός στην περιοχή και αγωνίστηκε εναντίον των Τούρκων τη δεκαετία του 1890-1900... όπως και αργότερα κατά την εισβολή των Γερμανών το 1941. Λεγόταν Σισαμάκης Γεώργιος και το "Σκοτεινιανός" προσδιορίζει τη γενέτειρά του, Σκοτεινό Πεδιάδος . Ήταν παππούς τού έπειτα ιδιοκτήτη του καφενείου, του κ. Γεωργίου Διαμαντάκη, και υπήρξε ο κτήτωρ του καφενείου, γεγονός που προσδίδει στο χώρο μεγάλη ιστορική αξία...
Πέρα όμως από την ιστορική του σημασία, το καφενείο αυτό είναι ξεχωριστό και για κάτι άλλο: για το ότι είναι περιτριγυρισμένο από εκατοντάδες προσωπογραφίες βγαλμένες μέσα από τη μυθολογία, το Μινωικό Πολιτισμό, από ήρωες των ελληνικών επαναστάσεων, φιλόσοφους, λογοτέχνες και μουσικούς, παλιούς αλλά και νεότερους. Αποτυπώσεις δηλαδή σημαντικών προσωπικοτήτων, που στιγμάτισαν ο καθένας με το δικό του τρόπο τις τέχνες, τα γράμματα και τον πολιτισμό μας και γράφτηκαν για πάντα στο πάνθεον της ιστορίας, οι οποίες φιγουράρουν τόσο στους τοίχους του καφενείου, όσο στα τραπέζια και στις καρέκλες του, δίνοντάς του μια ξεχωριστή ταυτότητα, που ελκύει την προσοχή και το ενδιαφέρον του επισκέπτη.
Δημιουργός των αριστουργημάτων αυτών είναι ο γιος τού κ. Γιώργου, ο κ. Γιάννης Διαμαντάκης, ο οποίος, εκτός από το ότι φιλοτέχνησε το καφενείο του πατέρα του με 700 και πλέον σημαντικές προσωπογραφίες, έχει δημιουργήσει στο Μοχό και ένα παραδοσιακό σπίτι, που κρύβει μέσα του πολλά κομμάτια της ελληνικής ιστορίας.
Από αστυνομικός... καλλιτέχνης
Συνταξιούχος αστυνομικός σήμερα, ο κ. Γιάννης Διαμαντάκης, όσο ήταν ακόμα επαγγελματικά ενεργός, τις ελεύθερες ώρες του ήταν με μια παλέτα ζωγραφικής στο χέρι, να σχηματίζει μορφές, και τις υπόλοιπες με ένα περίστροφο, λόγω καθήκοντος. Τα ερεθίσματά του ανιδιοτελή. "Θυελλοπόρος στην καρδιά... και στο μυαλό αντάρτης... Ακριβοδίκαιη ψυχή... Σκεπτόμενος διαβάτης"...
Λατρεύει, όπως τονίζει, ό,τι έχει σχέση με την αρχαία Ελλάδα, την ιστορία, την τέχνη, τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό. Αρέσκεται στο να ζωγραφίζει ό,τι ακουμπάει τα συναισθήματά του, αλλά και να μετουσιώνει ποιητικά κάθε του σκέψη, αφού παράλληλα ασχολείται και με την ποίηση, αναφέροντάς μας, όπως καθόμαστε στο καφενείο και μας ξετυλίγει το ταλέντο του, ότι «από τα παιδικά μου χρόνια είχα το μικρόβιο της ζωγραφικής. Ασχολήθηκα με την αγιογραφία. Και όταν άρχισα να διαβάζω και να συνειδητοποιώ τι εστί Ελλάδα και πολιτισμός, ξεκίνησα να αποτυπώνω όλες αυτές τις μεγάλες μορφές της χώρας μας, που κατά την άποψή μου είναι η ακατάλυτη δύναμη της ύπαρξής μας και η πνευματική οικονομία της χώρας μας. Και το μόνο που θέλουν είναι σεβασμό στη μνήμη τους και εκτίμηση».
Όπως μας είπε, είχε μαθητεύσει κοντά σε αγιογράφους, αλλά τα χρώματα και η τεχνική που χρησιμοποιεί στα έργα του είναι δικής του έμπνευσης. Δουλεύει κατευθείαν πάνω στην επιφάνεια του ξύλου, και αρνείται να εγκαταλείψει αυτό του το μεράκι αν δεν τελειώσει άλλη μια συλλογή 1.000 σημαντικών προσώπων που ετοιμάζει, για να κλείσει, όπως λέει με απόλυτη ικανοποίηση, τον κύκλο της ενασχόλησής του αυτής.
«Τα έργα αυτά δεν τα πουλάω. Τα φτιάχνω λόγω μιας δικής μου ιδιόρρυθμης κουζουλάδας. Και στη μνήμη όλων αυτών των μεγάλων προσώπων, που πρέπει πάντα με κάποιο τρόπο να μνημονεύουμε», μας λέει, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα ότι έχει φτιάξει μέχρι στιγμής συνολικά περίπου 2.500 προσωπογραφίες και έχει δημιουργήσει πολλές φωτογραφικές, ποιητικές και ζωγραφικές συλλογές, στις οποίες έχει δώσει ονόματα, όπως Ελληνομνήμων, Θυελλοπόρος, Πάλαι-ποτέ... εις Μοχόν..., Καλλιτεχνών Έργα, Κρησέλλην, ΦωτογραφίΖΩ... και ΜυαλογραφίΖΩ, Κρησέλλην, Αγιογραφίες, Εν χορδαίς... και Οργάνοις κ.λπ.
Στην παρέα μας προστέθηκε και ο κ. Γιώργος Φρουδαράκης, συγγενής του Γιάννη Διαμαντάκη, ο οποίος μας είπε: «Ο Γιάννης είναι ο άνθρωπος που μέσα του κοχλάζει μια αναζήτηση ποιότητας και μια όμορφη περιέργεια, η οποία εκφράζεται σε δύο επίπεδα, της γενεολαγνίας και της συλλεκτικής όλων των τεκμηρίων της παράδοσης».
Δείχνουν σεβασμό οι ξένοι
Όπως μας λέει ο κ. Γιάννης Διαμαντάκης, αν και αναγκάζεται να αντλήσει έμπνευση από το παρελθόν, καθότι η Ελλάδα του σήμερα δε διαθέτει κάτι που να μπορεί να τον εμπνεύσει, εκείνο που τον πληγώνει και, ως φαίνεται, αποτελεί σημάδι των καιρών, είναι το γεγονός ότι εκείνοι που δείχνουν να εκτιμάνε περισσότερο τις προσωπογραφίες που βλέπουν στο καφενείο είναι οι ξένοι επισκέπτες. Στέκονται μπροστά στις φωτογραφίες με σεβασμό και στις καρέκλες κάθονται με μεγάλη προσοχή, ώστε να μη χαλάσει η προσωπογραφία που είναι ζωγραφισμένη επάνω τους, κάτι που οι σύγχρονοι Έλληνες (και τους διαχωρίζουμε από τους παλιούς, καθώς, λόγω του ότι έχουν ζήσει την ιστορία και επειδή ξέρουν, δείχνουν επίσης το δέοντα σεβασμό) δεν πράττουν.
Ο ίδιος, θέλοντας να στείλει το δικό του μήνυμα, καταλήγει λέγοντας με λίγα λόγια και πολύ νόημα πως «έστω και δυο πράγματα να μάθουν όσοι Έλληνες δε γνωρίζουν κάτι για όλες αυτές τις μεγάλες προσωπικότητες, θα είναι αρκετά για να αναστηλωθούμε ως έθνος», σημειώνοντας εν κατακλείδι πως «αυτές είναι οι αξίες μας και δεν πρέπει να τις ξεχνάμε».
Ρεπορτάζ: Μαρία Αντωνογιαννάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου