Κυριακή 10 Ιουνίου 2018

ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ - Οι έρευνες για την ταυτοποίηση των πεσόντων του αλβανικού μετώπου.



Το εργαστήριο DNA που μάχεται τη λήθη Πώς λειτουργεί η τράπεζα γενετικού υλικού για ταυτοποίηση πεσόντων του ’40-’41.


Ο βιολόγος Παναγιώτης Μενούνος εργάζεται κόντρα στη λήθη. Με προσεκτικές κινήσεις απομακρύνει τις επιφανειακές προσμείξεις από ένα μικρό κομμάτι οστού. 

Στα επόμενα στάδια θα το μετατρέψει σε σκόνη και θα απομονώσει δείγμα DNA, ελπίζοντας σε μελλοντική ταυτοποίηση. 

Το σκελετικό υπόλειμμα ανήκει σε πεσόντα του ελληνοϊταλικού πολέμου. 

Δεκαετίες μετά την ταφή του στα στενά της Κλεισούρας στην Αλβανία, σε αυτό το εργαστήριο στο υπόγειο του 401 Στρατιωτικού Νοσοκομείου, γίνονται όλα τα απαραίτητα βήματα για να αποκτή
σει όνομα.





Παναγιώτης Μενούνος: 

«Κατά την αρχαιότητα, έπειτα από κάθε μάχη ακολουθούσε εκεχειρία με σκοπό την περισυλλογή και φροντίδα των νεκρών για το τελευταίο ταξίδι».

«Κατά την αρχαιότητα, έπειτα από κάθε μάχη ακολουθούσε εκεχειρία με σκοπό την περισυλλογή και φροντίδα των νεκρών για το τελευταίο ταξίδι», λέει στην «Κ» ο κ. Μενούνος.

«Για τους Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικούς που έδωσαν μαθήματα ηρωισμού και ανδρείας κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου το μαρτύριο δεν σταμάτησε με την τελευταία τους πνοή. 

Παρέμειναν άταφοι ή πρόχειρα θαμμένοι στα βουνά και στις πεδιάδες της Αλβανίας, χωρίς να μπορούν οι συγγενείς τους να μάθουν πού βρίσκονται, δίχως να μπορούν να τους αποδώσουν τις ανάλογες τιμές».

Ο κ. Μενούνος προσπαθεί από το 2015 να αντιμετωπίσει αυτή την ιστορική εκκρεμότητα. Τότε ξεκίνησε να συλλέγει δείγματα γενετικού υλικού από συγγενείς πεσόντων του ’40-’41 για να μπορέσει να τα συγκρίνει με εκείνα των στρατιωτικών όταν θα προχωρούσαν οι εργασίες εντοπισμού τους στην Αλβανία.

 Ωστόσο, η συμμετοχή του κόσμου παρέμενε για χρόνια περιορισμένη. Δεν ξεπερνούσαν τους 80 οι συγγενείς που είχαν απευθυνθεί στο Κέντρο Μοριακής Βιολογίας του 401.

Όλα άλλαξαν τον περασμένο Ιανουάριο, όταν μεικτή ελληνοαλβανική επιτροπή πραγματοποίησε τις πρώτες έρευνες σε ομαδικό τάφο στην Αλβανία. 

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας, μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί τα οστά 420 μαχητών. 

Ο αριθμός σύντομα θα αλλάξει. Οι εκταφές συνεχίζονται, καθώς αφορούν συνολικά 7.976 πεσόντες. 

Αντίστοιχα, στο ίδιο χρονικό διάστημα αυξήθηκε η ροή συγγενών στο εργαστήριο του κ. Μενούνου. 

Τα δείγματά τους πλέον ξεπερνούν τα 850 και ο βιολόγος εκτιμά ότι σύντομα ο αριθμός τους θα διπλασιαστεί.



Τα πρώτα ευρήματα από τις έρευνες τον περασμένο Ιανουάριο στις φωτογραφίες που έδωσαν στη δημοσιότητα οι ελληνικές αρχές.


Εδώ και χρόνια, άλλα κράτη πραγματοποιούν αντίστοιχες διαδικασίες για την ταυτοποίηση δικών τους πεσόντων. 

Για τους νεκρούς τους από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι ΗΠΑ κατά καιρούς έχουν συστήσει ειδικές ομάδες αναζήτησης, αποτελούμενες από ανθρωπολόγους, οδοντολόγους, ιστορικούς και γενετιστές. 

Σήμερα εξακολουθούν να αναζητούν 72.000 Αμερικανούς από εκείνη την περίοδο, αριθμός που περιλαμβάνει όσους τάφηκαν με τιμές ως άγνωστοι, όσους χάθηκαν στη θάλασσα και εκείνους που αγνοούνται στη μάχη.

Αντίστοιχα εγχειρήματα με την τεχνική ανάλυσης DNA γίνονται από τις ΗΠΑ για τους πεσόντες του πολέμου στο Βιετνάμ και στην Κορέα. 

Υπάρχουν και πιο πρόσφατα παραδείγματα όπως οι ενέργειες ταυτοποίησης μετά τις πολεμικές συρράξεις στη Βοσνία, ή οι αναζητήσεις που γίνονται μέχρι και σήμερα για τους πεσόντες και τους αγνοουμένους της Κύπρου.

Στην περίπτωση του ελληνοϊταλικού πολέμου, από το 2009 είχε υπογραφεί σχετική συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδας και της Αλβανίας. 

Ωστόσο, διάφορα εμπόδια είχαν ως αποτέλεσμα να ξεκινήσουν οι έρευνες τον Ιανουάριο του 2018.

Η επεξεργασία
Τους τελευταίους μήνες ο κ. Μενούνος έχει ταξιδέψει τρεις φορές στο πεδίο των ερευνών στα Στενά της Κλεισούρας. Εκεί επιλέγει από κάθε σκελετό τμήμα λιθοειδούς ή μηριαίου οστού.

«Έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει σημαντική διαφορά στη συγκέντρωση του ανακτώμενου DNA όταν αυτό προέρχεται από τα συγκεκριμένα οστά, σε σχέση με το DNA που λαμβάνεται από λιγότερο πυκνά οστά, ή οστά με μεγαλύτερο ποσοστό σπογγώδους οστέινης ουσίας όπως οι σπόνδυλοι, τα οστά του κρανίου και το λαγόνιο», εξηγεί.



Αριστερά, οστά προτού καθαριστούν στο εργαστήριο. Δεξιά, μετά τον ειδικό καθαρισμό τους.

Ακολουθεί η επεξεργασία τους στο εργαστήριο. Ο καθαρισμός, η κονιοποίηση (δηλαδή η μετατροπή των σκελετικών υπολειμμάτων σε σκόνη με τη χρήση ειδικής συσκευής), η απομόνωση, η ανάλυση και ο πολλαπλασιασμός δείγματος DNA είναι τα βασικά στάδια της διαδικασίας.

Εχθρός του βιολόγου είναι η παλαιότητα. Όπως εξηγεί, οι χημικές διεργασίες που ξεκινούν μεταθανάτια μειώνουν την ποσότητα του DNA και υποβαθμίζουν την ποιότητά του. 

Επιβαρυντικά μπορούν να δράσουν και τα χουμικά οξέα του εδάφους, η παρουσία διαφόρων μικροοργανισμών και οι περιβαλλοντικές συνθήκες (ξηρασία, υγρασία, θερμοκρασίες, pH του εδάφους) στις οποίες παρέμεινε εκτεθειμένο το δείγμα.

Ακόμη και υπό αυτές τις δυσκολίες, υπάρχει επιστημονικά η δυνατότητα απομόνωσης γενετικού υλικού. 

«Καταλληλότερη μέθοδος θεωρείται η ανάγνωση της ακολουθίας πολυμορφικών τμημάτων του μιτοχονδριακού DNA», λέει ο κ. Μενούνος. 

Αυτό κληρονομείται από τη μητέρα σε όλους τους απογόνους της, επιτρέποντας την ταυτοποίηση ατόμων που ανήκουν στον ίδιο μητρικό κλάδο.




Η διαδικασία της κονιοποίησης γίνεται σε ειδική συσκευή με τη βοήθεια υγρού αζώτου. Σκοπός είναι μετατραπεί το σκελετικό υπόλειμμα που έχει ήδη καθαριστεί σε σκόνη για να είναι πιο εύκολη έπειτα η απομόνωση του DNA.

Τα πλεονεκτήματά του, όπως εξηγεί ο διευθυντής του Κέντρου Μοριακής Βιολογίας στο 401, είναι ότι απαντάται σε αρκετές εκατοντάδες αντίγραφα σε κάθε κύτταρο και ότι η διαμόρφωσή του και το πολύ μικρό του μέγεθος επιτρέπουν να παραμείνει σχεδόν ανέπαφο στα οστά για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Επιπλέον, όπως τονίζει ο βιολόγος, η ταυτοποίηση του μιτοχονδριακού DNA μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμα και όταν δεν υπάρχει διαθέσιμο προς σύγκριση γενετικό υλικό άμεσων συγγενών.

Οι συγγενείς


Η αποστολή του κ. Μενούνου, όμως, δεν περιορίζεται στα εργαστηριακά του καθήκοντα. Αρκεί να περάσει κάποιος λίγες ώρες δίπλα του για να διαπιστώσει τις απαιτήσεις της δουλειάς του. Θ

α συνομιλήσει ο ίδιος με κάθε συγγενή που θα τον καλέσει στο τηλέφωνο για πληροφορίες. Το ενδιαφέρον είναι πλέον τόσο μεγάλο, που σε πρόσφατη συνάντησή μας μέσα σε μία ώρα απάντησε σε περισσότερες από δέκα κλήσεις. 

Κάποιοι αγωνιούσαν μήπως δεν είχαν προλάβει, ρωτούσαν αν είχε τελειώσει η διαδικασία. Εκείνος τους καθησύχαζε και περιέγραφε υπομονετικά όλα τα βήματα που πρέπει να κάνουν.

Έλεγε ότι για κάθε πεσόντα απαιτούνται τουλάχιστον δύο δείγματα αίματος, ένα από τη μητρική και ένα από την πατρική γραμμή. 

Τόνιζε ότι για τις αιμοληψίες μπορούν να απευθυνθούν στα στρατιωτικά νοσοκομεία ή στις υγειονομικές μονάδες ανά την Ελλάδα και ότι μπορούν να μεταβούν και στο 401 κατόπιν προσυνεννόησης.

Όσο μοναχικό κι αν φαντάζει σε πρώτη ματιά το έργο του, έχει και σημαντικούς συμμάχους στο πλευρό του. 

Πέρα από τις επίσημες ενημερώσεις του ΓΕΕΘΑ, εδώ και μήνες η ένωση τέκνων και συγγενών πεσόντων στην Αλβανία, ενώσεις απόστρατων αξιωματικών, ιστορικοί, μελετητές της περιόδου, απλοί πολίτες, αλλά και ιερείς στο τέλος της κυριακάτικης λειτουργίας προσπαθούν να διαδώσουν το κάλεσμα προς τους συγγενείς για τη δημιουργία τράπεζας γενετικού υλικού. 

Εάν συγκεντρωθούν πολλά δείγματα συγγενών θα μεγιστοποιηθούν και οι πιθανότητες αξιόπιστης σύγκρισης στο μέλλον.





Ένα από τα στάδια της διαδικασίας που ακολουθεί ο βιολόγος στο εργαστήριο. Ο ίδιος τη χαρακτηρίζει δύσκολη και χρονοβόρα λόγω της παλαιότητας των δειγμάτων από το αλβανικό μέτωπο.

Στο εργαστήριό του έχει δεχθεί ανθρώπους ηλικίας από 30 έως 95 ετών. 

Εγγόνια των πεσόντων που μεγάλωσαν με διηγήσεις για τη φρίκη του πολέμου και τον ηρωισμό των προγόνων τους, αλλά και αδέλφια θυμάτων που κουβαλούν επί χρόνια το βάρος της απώλειας. 

Κάποιοι τον επισκέπτονται έχοντας μαζί τους γράμματα από το μέτωπο και ασπρόμαυρες φωτογραφίες.




Η σύγκριση των DNA πεσόντων και συγγενών θα αρχίσει μόλις συγκεντρωθούν αρκετά δείγματα στην τράπεζα γενετικού υλικού.

Είναι τόσες πολλές οι ιστορίες που έχει ακούσει. Θυμάται ενδεικτικά αυτή δύο αδερφών από την Ηλεία που πολέμησαν μαζί στο μέτωπο. 

Ο ένας τραυματίστηκε βαριά σε μάχη στις 3 Δεκεμβρίου 1940 στο ύψωμα 1160, γνωστό και ως Πλατυβούνα. 

Πέθανε την επόμενη ημέρα και ο αδερφός του τον έθαψε στη μονή Δρυάνου, κοντά στο χωριό Ζερβάτες. 

Μόλις η μητέρα τους έμαθε τι είχε συμβεί στο πεδίο της μάχης, έδωσε τέλος στη ζωή της. 

Μέχρι και σήμερα τα οστά του παραμένουν στην Αλβανία, ενώ επιθυμία τού αδερφού του ήταν να ταυτοποιηθούν και να επαναπατριστούν.

«Τα χρόνια περνούν και οι συγγενείς των πεσόντων φεύγουν σιγά σιγά από τη ζωή με το παράπονο βαθιά ριζωμένο μέσα τους», λέει ο κ. Μενούνος.

«Το χρέος είναι διπλό, τόσο απέναντι στους πεσόντες όσο και στους συγγενείς».

ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ

Οι έρευνες για την ταυτοποίηση των πεσόντων του αλβανικού μετώπου.



ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου