Μία από τις δημοφιλέστερες υποστηρίζει ότι το σύμβολο βασίστηκε στο αρχαίο φυτό Σίλφιο (που σχετίζεται και με την αναπαραγωγική διαδικασία) και συγκεκριμένα στο σχήμα του καρπού του.
Το Silphium πιστεύεται ότι ήταν ένας στενός συγγενής της asafoetida (Credit: Alamy)
Η χρήση του φυτού έχει απαθανατιστεί σε Κυρηναϊκό νόμισμα της εποχής εκείνης. Το νόμισμα αναπαριστά μία γυναίκα που με το χέρι της έχει γείρει ένα κλαδί του φυτού έτσι ώστε το άνθος του να δείχνει την αναπαραγωγική της περιοχή. Το Σίλφιο αναφέρεται σε ένα από τα 500 είδη φυτών που καταγράφονται στα έργα του Θεόφραστου και του Διόσκουρου. Ο Διοσκουρίδης το συνιστούσε ως αντισυλληπτικό και εκτρωτικό.
Έχει υποστηριχτεί μάλιστα ιστορικά πως η κλασική αρχαιότητα περιστράφηκε εν πολλοίς γύρω από το σίλφιο, ένα βότανο-πανάκεια. Οι Έλληνες, ας πούμε, το λάτρευαν και ως εύγευστο καρύκευμα για το φαγητό τους. Το αγαπούσαν με πάθος και το έβαζαν στα πάντα, σαν τον σημερινό μαϊντανό. Οι Έλληνες αποξήραιναν τον χυμό του για τη μαγειρική του χρήση, ενώ οι Ρωμαίοι το έτρωγαν ολόκληρο. Ακόμα και τις ρίζες του γεύονταν, τις οποίες διατηρούσαν στο ξίδι.
Το φυτό ήταν τόσο παινεμένο ως μπαχαρικό που έφτασαν -τόσο στην κλασική όσο και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα- να πληρώνουν όσο τίποτα τα ζώα που είχαν βοσκήσει στο Σίλφιο, γιατί πίστευαν πως έδινε καλύτερη γεύση στο κρέας τους.
Ακόμα και συνταγές έχουν φτάσει ως τις μέρες μας με το νόστιμο καρύκευμα: Ο δραματικός ποιητής Άλεξις μας λέει πως για να φτιάξουμε ωραία σαφρίδια «τους βγάζεις τα βράγχια, τα ξεπλένεις, τα καθαρίζεις, τα ανοίγεις στα δύο, τα στρώνεις, τα αλευρώνεις, τα αλείφεις με σίλφιο και τα καλύπτεις με τυρί, αλάτι και ρίγανη». Ο πλατωνικός φιλόσοφος Ξενοκράτης μοιράζεται μαζί μας το μυστικό για νοστιμότατες φούσκες (τα οστρακοειδή): «Τις κόβουμε, ξεπλένουμε και περιχύνουμε με κυρηναϊκό σίλφιο, απήγανο, άλμη και ξίδι ή φρέσκια μέντα σε ξίδι και γλυκό κρασί».
Αλλά και ο Αθηναίος στους «Δειπνοσοφισταί» του αναφέρει πως έτρωγαν παστό ψάρι, μαριναρισμένο με κρασί, λάδι και σίλφιο. Ως τη ρωμαϊκή εποχή, το βότανο είχε γίνει τόσο λατρεμένο που εμφανίζεται σε όλες σχεδόν τις συνταγές της μαγειρικής «Βίβλου» των Ρωμαίων, τον τσελεμεντέ του Καίλιου Απίκιου («Περί μαγειρικής»).
Εφτακόσια χρόνια το πάλευαν όλοι, Μινωίτες, Αιγύπτιοι, Έλληνες, Ρωμαίοι και κάθε άλλος λαός της Μεσογείου, μάταια όμως. Μόνο η Κυρήνη είχε το προνόμιο να πλουτίζει από το Σίλφιο.
Την ίδια ώρα, το θαυματουργό χορτάρι είχε και πολλές θεραπευτικές χρήσεις, αν και είναι δύσκολο να αποτιμήσουμε με σύγχρονους ιατρικούς όρους την αποτελεσματικότητά τους. Από πονόλαιμο, πυρετό και δυσπεψία μέχρι αφροδίσια νοσήματα (κονδυλώματα) και ανεπιθύμητες κυήσεις λεγόταν πως θεράπευε. Ο Ιπποκράτης παρότρυνε τους ασθενείς του: «Όταν εξέχει το έντερο και δεν επιστρέφει στη θέση του, ξύστε σε μικρά κομμάτια το καλύτερο και πιο συμπαγές σίλφιον και εφαρμόστε το ως κατάπλασμα».
Αλλά και ο Θεόφραστος ο Ερέσιος και ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος το παρομοίαζαν με την «Ηράκλεια Πανάκεια», λέγοντάς μας πως το σκιανθές φυτό ήταν κατάλληλο για όλες τις ασθένειες.
Την ίδια στιγμή, ο ανθός του χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή αρωμάτων, καθώς οι αρχαίοι εκμεταλλεύονταν κάθε τετραγωνικό εκατοστό του.
Ήταν πάντως αναμφίβολα η αντισυλληπτική του δράση που έκανε τους Έλληνες να το προτιμούν και τους Ρωμαίους να το λατρεύουν.
Πράγματι, οι Ρωμαίοι το αγάπησαν τόσο πολύ, που ανέφεραν το αγνό βότανο σε ποιήματα και τραγούδια και το έγραψαν σε μεγάλα έργα λογοτεχνίας.
Το Σίλφιο με τη λατινική του ονομασία (laserpicium) παίζει και σε ποίημα του Κάτουλλου προς την ερωμένη του Λεσβία, διαδραματίζοντας έτσι σαφή ρόλο στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα.
* Η χρήση και το εμπόριο του
Όπως είναι λογικό και επόμενο οι συλλογείς του βοτάνου είχαν σημαντικά έσοδα από το εμπόριο του, δεδομένου ότι χρησιμοποιήθηκε από τις γυναίκες κυρίως ως αντισυλληπτικό μέσο.
Ως αρχαιολογικό τεκμήριο μπορεί να θεωρηθεί το αγγείο από τη Λακωνία όπου ο βασιλιάς της Κυρήνης Αρκεσίλας επιβλέπει την εξαγωγή του. Ενδιαφέρον έχει η λεπτομέρεια στο κάτω μέρος αυτής της απεικόνισης: το σίλφιον φυλασσόταν σε ειδικές υπόγειες αποθήκες, μαζί με χρυσό και άργυρο, πριν εξαχθεί σε άλλες αγορές.
Το Silphium ήταν τόσο σημαντικό για την οικονομία της Cyrene, οι ντόπιοι σφράγισαν την εικόνα τους στα χρήματά τους (Credit: Alamy)
Ωστόσο, η υπερκαλλιέργεια και οι οπλές των ζώων κατέστρεψαν το εύθραυστο οικοσύστημα των κυρηναϊκών ακτών, στέλνοντας το Σίλφιο στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Σύμφωνα με τον θρύλο, που παραδίδει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος («Φυσική Ιστορία»), ήταν ο αυτοκράτορας Νέρων αυτός που γεύτηκε το τελευταίο ποτέ κλαράκι του: «Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, δεν υπάρχει καθόλου σίλφιο … λένε πως το τελευταίο βλαστάρι που βρέθηκε, απ’ όσο θυμούνται οι άνθρωποι, στάλθηκε στον αυτοκράτορα Νέρωνα». Και του στάλθηκε ως κάτι το αξιοπερίεργο, όπως μας λέει ο Πλίνιος.
Το ήδη σπάνιο Σίλφιο εξαφανίστηκε. Τώρα όλοι αναπολούσαν τις εποχές που ο Ιούλιος Καίσαρας είχε φροντίσει δαιμόνια να πάρει στην κατοχή του μεγάλες ποσότητες του φυτού, τις οποίες παραχώρησε κάποια στιγμή στα δημόσια ταμεία του ρωμαϊκού κράτους. Καθώς μέχρι τότε άξιζε πραγματικό ασήμι. Οι Ρωμαίοι το έλεγαν άλλωστε χωρίς περιστροφές πως «ο χυμός του σίλφιου αξίζει το βάρος του σε δηνάρια»!
* Το αντικατάστατο
Οι στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην εκστρατεία τους στην βορειοανατολική Περσία βρήκαν την Ασαφέτιδα στην οποία αναγνώρισαν μεγάλη ομοιότητα με το Σίλφιο της Κυρήνης. Με δεδομένο ότι το Σύλφιο ήταν ήδη σπάνιο, η Ασαφέτιδα έγινε στην Ελλάδα δεκτή με ικανοποίηση αν και ήταν λιγότερο γευστική.
Ο Διοσκουρίδης μάλιστα τον 1ο αιώνα μ.Χ. έγραφε. «Το Σύλφιο της Κυρήνης ακόμη και όταν απλά το δοκιμάσεις διεγείρει όλο το σώμα και έχει πολύ υγιές άρωμα, τόσο που δεν το καταλαβαίνεις στην αναπνοή ή το αντιλαμβάνεσαι πολύ λίγο. Αυτό όμως της Περσίας είναι λιγότερο ισχυρό και έχει ασχημότερη γεύση».
Μετά την εξαφάνιση του Σίλφιου, η Ασαφέτιδα έγινε δεκτή με ευχαρίστηση τόσο από τους γιατρούς όσο και από τους μάγειρες της αρχαιότητας.
Η Ασαφέτιδα μετά το 1500 μ.Χ. άρχισε να χρησιμοποιείται ως βότανο και στη μαγειρική με δειλά βήματα.
Το 1918 στην πανδημία της Ισπανικής γρίπης χρησιμοποιήθηκε έντονα για την καταπολέμηση αυτής της αρρώστιας που θέρισε την Ευρώπη. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ως αντίδοτο οπίου σε οπιομανείς.
Στην Ινδία και την Περσία χρησιμοποιείται παρά την δυσάρεστη μυρωδιά της ως καρύκευμα και θεωρείται ότι ασκεί διεγερτική δράση στον εγκέφαλο. Την χρησιμοποιούν ως διεγερτικό της πέψης, για τον μετεωρισμό, τους κολικούς και ως ήπιο καθαρτικό.
* Μπορούμε να το ξαναβρούμε;
Ο Θεόφραστος περιέγραψε το φυτό ως έχον παχιές ρίζες καλυμμένες με μαύρο φλοιό, ο οποίος ήταν υπερβολικά μακρύς. Αν και το φυτό ήταν «πιο περίεργο», είπε ότι είχε ένα κοίλο στέλεχος που έμοιαζε με μάραθο και χρυσά φύλλα που μοιάζουνε με εκείνα του σέλινου.
Η οικονομία της προσφοράς και της ζήτησης «χτύπησε» ανεπανόρθωτα το Σίλφιο. Καθώς η αξία του μάλιστα αυξανόταν, οι αδίστακτοι λαθρέμποροι το οδήγησαν στην εξαφάνιση.
Σήμερα τα φαρμακευτικά βότανα είναι μια βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, η οποία και αναπτύσσεται. Πολλά είναι τα βότανα που απειλούνται από την αλλαγή του κλίματος και τον τρόπο ανάπτυξης. Μόνο στη Νότια Αφρική, 82 φαρμακευτικά βότανα απειλούνται με εξαφάνιση και δύο έχουν εξαφανιστεί.
Οι ελπίδες για το Σίλφιο όμως δεν έχουν σβήσει. Έχουν υπάρξει μόνο λίγες μελέτες σχετικά με την ποικιλομορφία των φυτών στη Λιβύη και μπορεί να βρεθεί ακόμα. «Θα μπορούσε να είναι ακόμα εκεί. Δεν είναι εύκολη η έρευνα », λέει ο Monique Simmonds, καθηγητής στο Kew Gardens, London.
Φυσικά, αυτό γίνεται λίγο πιο δύσκολο από το γεγονός ότι κανείς δεν ξέρει τι ψάχνουν. «Έχουμε την τάση να βρούμε τους σπόρους άλλων φυτών, όπως κόλιανδρο και άνηθο, σε αρχαίες τοποθεσίες. Αλλά κανείς δεν βρήκε ποτέ silphium», λέει ο Monique Simmonds.
Οι επιστήμονες πιστεύουν τώρα ότι το Σίλφιο μπορεί να ανήκε σε μια ομάδα φυτών που μοιάζουν με μάραθο, το Ferula. Στην πραγματικότητα σχετίζονται με καρότα και αναπτύσσονται άγρια ως ζιζάνια σε όλη τη Βόρεια Αφρική και τη Μεσόγειο. Δύο από αυτά τα φυτά εξακολουθούν να υπάρχουν στη Λιβύη σήμερα. Είναι πιθανό ότι ένα από αυτά είναι Σίλφιο.
Μπορεί να μην μάθουμε ποτέ την πραγματική ταυτότητα του Σίλφιου, αλλά μπορούμε να μάθουμε από την παρακμή του. Η τελευταία έρευνα της Cyrene έδειξε ότι πολλά φυτά και βότανα εξαφανίζονται γρήγορα, καθώς η γη παραδίδεται σε ερήμους και για άλλη μια φορά η χρήση της είναι υπερβολική. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μπορεί να έχει προ πολλού αλλά φαίνεται ότι επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη.
ΠΗΓΗ
Ασημένια νομίσματα από την Κυρήνη του 6ου-5ου αιώνα π.Χ., μάλιστα, φέρουν ένα παρόμοιο σχέδιο με το σύμβολο της καρδιάς, συνοδευόμενο από αυτό το εξαφανισμένο φυτό.
Το Σίλφιο (ή Σύλφιο) ήταν το διασημότερο βότανο της αρχαιότητας, ένα φυτικό πασπαρτού για τα πάντα. Ήταν όμως, σαν από τραγική ειρωνεία, και όσο σπάνιο χρειαζόταν για να φτάσει να αξίζει το βάρος του σε ασήμι.
Ανήκει στην οικογένεια των σκιαδανθών (Umbelliferae, Apiaceae) και τώρα πιστεύεται ότι είναι ένα εξαφανισμένο φυτό του γένους Ferula, ίσως μια ποικιλία του «γιγαντιαίου μάραθου». Ήταν σπάνιο φυτό που ευδοκιμούσε μόνο στις ακτές της Κυρήνης (στη σημερινή Λιβύη).
* Το δώρο του Απόλλωνα
Ήταν οι Θηραίοι αυτοί που το ανακάλυψαν ήδη από το 630 π.Χ., όταν ίδρυσαν την ελληνική τους αποικία στη Βόρεια Αφρική, την περίφημη Κυρήνη. Οι Έλληνες ονόμασαν την αποικία τους από την πηγή Κύρη, αφιερωμένη στον θεό Απόλλωνα, και εκείνος τους έκανε δώρο το Σίλφιο.
Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Βάττος Α’ αποβιβάστηκε στην Κυρηναϊκή και οδηγήθηκε από τους γηγενείς σε μια περιοχή που είχε «τρύπα στον ουρανό», πιθανότατα γιατί έβρεχε πολύ. Εκεί υπήρχε ένα ιερό του Απόλλωνα και ο Θηραίος αποφάσισε να ιδρύσει την πόλη του τιμώντας τα ιερά εδάφη.
Το Σίλφιο μετατράπηκε μαγικά σε βασικό συστατικό κάθε φαρέτρας γιατρού ή μύστη σε όλη τη Λεκάνη της Μεσογείου για τα επόμενα 700 περίπου χρόνια. Το ήξεραν φυσικά και οι Αιγύπτιοι, καθώς είναι οι δικές τους αναφορές από τον 7ο π.Χ. αιώνα που λογίζονται οι παλιότερες. Και αυτός ο σπουδαίος πολιτισμός το χρησιμοποιούσε ως ιατρικό βοήθημα για αντισύλληψη και άμβλωση, αλλά και ως πανάκεια σχεδόν για τα πάντα, από πονόλαιμο και βήχα μέχρι και θεραπεία για τη λέπρα.
Ήταν όμως και το άλλο: τόσο οι Αιγύπτιοι όσο και οι Μινωίτες είχαν συγκεκριμένο ιδεόγραμμα (γλύφο) που αντιπροσώπευε το σίλφιο. Κάτι που αναδεικνύει τη σημαντικότητά του για τους πρώιμους αυτούς μεσογειακούς πολιτισμούς, και λογικό αφού το σίλφιο έβρισκε εφαρμογή σχεδόν στα πάντα και χρησιμοποιούνταν κάθε τμήμα του, από το κοτσάνι και τις ρίζες μέχρι και τον πολύτιμο χυμό του.
* Οι «μαγικές», διεγερτικές, θεραπευτικές ιδιότητές του
Όπως δημοσιεύει εκτενώς και το BBC, τα αρχαία κείμενα αναφέρουν το Σίλφιο ως αντισυλληπτικό μέσο. Οι γυναίκες που δεν ήθελαν να γονιμοποιήσουν έπιναν μία ποσότητα, όσο το μέγεθος ενός μπιζελιού, μία φορά τον μήνα.
Το φυτό αποκαλείται «τροφή των θεών» αλλά και «κοπριά του διαβόλου» εξαιτίας της άσχημης μυρωδιάς τής ρίζας του. Στην αρχαιότητα, ως «σύλφιο το μηδικόν», θεωρείτο πανάκεια, δηλαδή γενικό τονωτικό, φάρμακο «δια πάσαν νόσον» ακατάλληλο όμως για εγκύους, καθώς θεωρείτο και εκτρωτικό.
Σίλφιο το έλεγαν οι πρόγονοί μας και silphium οι Ρωμαίοι, αν και αυτοί του επιφύλαξαν πολλές ακόμα ονομασίες (laserpicium, lasarpicium κ.ά.). Και το χρησιμοποιούσαν για τα πάντα, από αρωματικό καρύκευμα για τη νοστιμάδα της μαγειρικής και τοπική αναλγητική αλοιφή μέχρι φάρμακο για πάμπολλες νόσους. Έγινε περιβόητο βέβαια σε όλο τον γνωστό κόσμο για τις διεγερτικές και αντισυλληπτικές του ιδιότητες.
Το Σίλφιο (ή Σύλφιο) ήταν το διασημότερο βότανο της αρχαιότητας, ένα φυτικό πασπαρτού για τα πάντα. Ήταν όμως, σαν από τραγική ειρωνεία, και όσο σπάνιο χρειαζόταν για να φτάσει να αξίζει το βάρος του σε ασήμι.
Ανήκει στην οικογένεια των σκιαδανθών (Umbelliferae, Apiaceae) και τώρα πιστεύεται ότι είναι ένα εξαφανισμένο φυτό του γένους Ferula, ίσως μια ποικιλία του «γιγαντιαίου μάραθου». Ήταν σπάνιο φυτό που ευδοκιμούσε μόνο στις ακτές της Κυρήνης (στη σημερινή Λιβύη).
* Το δώρο του Απόλλωνα
Ήταν οι Θηραίοι αυτοί που το ανακάλυψαν ήδη από το 630 π.Χ., όταν ίδρυσαν την ελληνική τους αποικία στη Βόρεια Αφρική, την περίφημη Κυρήνη. Οι Έλληνες ονόμασαν την αποικία τους από την πηγή Κύρη, αφιερωμένη στον θεό Απόλλωνα, και εκείνος τους έκανε δώρο το Σίλφιο.
Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Βάττος Α’ αποβιβάστηκε στην Κυρηναϊκή και οδηγήθηκε από τους γηγενείς σε μια περιοχή που είχε «τρύπα στον ουρανό», πιθανότατα γιατί έβρεχε πολύ. Εκεί υπήρχε ένα ιερό του Απόλλωνα και ο Θηραίος αποφάσισε να ιδρύσει την πόλη του τιμώντας τα ιερά εδάφη.
Το Σίλφιο μετατράπηκε μαγικά σε βασικό συστατικό κάθε φαρέτρας γιατρού ή μύστη σε όλη τη Λεκάνη της Μεσογείου για τα επόμενα 700 περίπου χρόνια. Το ήξεραν φυσικά και οι Αιγύπτιοι, καθώς είναι οι δικές τους αναφορές από τον 7ο π.Χ. αιώνα που λογίζονται οι παλιότερες. Και αυτός ο σπουδαίος πολιτισμός το χρησιμοποιούσε ως ιατρικό βοήθημα για αντισύλληψη και άμβλωση, αλλά και ως πανάκεια σχεδόν για τα πάντα, από πονόλαιμο και βήχα μέχρι και θεραπεία για τη λέπρα.
Ήταν όμως και το άλλο: τόσο οι Αιγύπτιοι όσο και οι Μινωίτες είχαν συγκεκριμένο ιδεόγραμμα (γλύφο) που αντιπροσώπευε το σίλφιο. Κάτι που αναδεικνύει τη σημαντικότητά του για τους πρώιμους αυτούς μεσογειακούς πολιτισμούς, και λογικό αφού το σίλφιο έβρισκε εφαρμογή σχεδόν στα πάντα και χρησιμοποιούνταν κάθε τμήμα του, από το κοτσάνι και τις ρίζες μέχρι και τον πολύτιμο χυμό του.
* Οι «μαγικές», διεγερτικές, θεραπευτικές ιδιότητές του
Όπως δημοσιεύει εκτενώς και το BBC, τα αρχαία κείμενα αναφέρουν το Σίλφιο ως αντισυλληπτικό μέσο. Οι γυναίκες που δεν ήθελαν να γονιμοποιήσουν έπιναν μία ποσότητα, όσο το μέγεθος ενός μπιζελιού, μία φορά τον μήνα.
Το φυτό αποκαλείται «τροφή των θεών» αλλά και «κοπριά του διαβόλου» εξαιτίας της άσχημης μυρωδιάς τής ρίζας του. Στην αρχαιότητα, ως «σύλφιο το μηδικόν», θεωρείτο πανάκεια, δηλαδή γενικό τονωτικό, φάρμακο «δια πάσαν νόσον» ακατάλληλο όμως για εγκύους, καθώς θεωρείτο και εκτρωτικό.
Σίλφιο το έλεγαν οι πρόγονοί μας και silphium οι Ρωμαίοι, αν και αυτοί του επιφύλαξαν πολλές ακόμα ονομασίες (laserpicium, lasarpicium κ.ά.). Και το χρησιμοποιούσαν για τα πάντα, από αρωματικό καρύκευμα για τη νοστιμάδα της μαγειρικής και τοπική αναλγητική αλοιφή μέχρι φάρμακο για πάμπολλες νόσους. Έγινε περιβόητο βέβαια σε όλο τον γνωστό κόσμο για τις διεγερτικές και αντισυλληπτικές του ιδιότητες.
Το Silphium πιστεύεται ότι ήταν ένας στενός συγγενής της asafoetida (Credit: Alamy)
Η χρήση του φυτού έχει απαθανατιστεί σε Κυρηναϊκό νόμισμα της εποχής εκείνης. Το νόμισμα αναπαριστά μία γυναίκα που με το χέρι της έχει γείρει ένα κλαδί του φυτού έτσι ώστε το άνθος του να δείχνει την αναπαραγωγική της περιοχή. Το Σίλφιο αναφέρεται σε ένα από τα 500 είδη φυτών που καταγράφονται στα έργα του Θεόφραστου και του Διόσκουρου. Ο Διοσκουρίδης το συνιστούσε ως αντισυλληπτικό και εκτρωτικό.
Έχει υποστηριχτεί μάλιστα ιστορικά πως η κλασική αρχαιότητα περιστράφηκε εν πολλοίς γύρω από το σίλφιο, ένα βότανο-πανάκεια. Οι Έλληνες, ας πούμε, το λάτρευαν και ως εύγευστο καρύκευμα για το φαγητό τους. Το αγαπούσαν με πάθος και το έβαζαν στα πάντα, σαν τον σημερινό μαϊντανό. Οι Έλληνες αποξήραιναν τον χυμό του για τη μαγειρική του χρήση, ενώ οι Ρωμαίοι το έτρωγαν ολόκληρο. Ακόμα και τις ρίζες του γεύονταν, τις οποίες διατηρούσαν στο ξίδι.
Το φυτό ήταν τόσο παινεμένο ως μπαχαρικό που έφτασαν -τόσο στην κλασική όσο και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα- να πληρώνουν όσο τίποτα τα ζώα που είχαν βοσκήσει στο Σίλφιο, γιατί πίστευαν πως έδινε καλύτερη γεύση στο κρέας τους.
Ακόμα και συνταγές έχουν φτάσει ως τις μέρες μας με το νόστιμο καρύκευμα: Ο δραματικός ποιητής Άλεξις μας λέει πως για να φτιάξουμε ωραία σαφρίδια «τους βγάζεις τα βράγχια, τα ξεπλένεις, τα καθαρίζεις, τα ανοίγεις στα δύο, τα στρώνεις, τα αλευρώνεις, τα αλείφεις με σίλφιο και τα καλύπτεις με τυρί, αλάτι και ρίγανη». Ο πλατωνικός φιλόσοφος Ξενοκράτης μοιράζεται μαζί μας το μυστικό για νοστιμότατες φούσκες (τα οστρακοειδή): «Τις κόβουμε, ξεπλένουμε και περιχύνουμε με κυρηναϊκό σίλφιο, απήγανο, άλμη και ξίδι ή φρέσκια μέντα σε ξίδι και γλυκό κρασί».
Αλλά και ο Αθηναίος στους «Δειπνοσοφισταί» του αναφέρει πως έτρωγαν παστό ψάρι, μαριναρισμένο με κρασί, λάδι και σίλφιο. Ως τη ρωμαϊκή εποχή, το βότανο είχε γίνει τόσο λατρεμένο που εμφανίζεται σε όλες σχεδόν τις συνταγές της μαγειρικής «Βίβλου» των Ρωμαίων, τον τσελεμεντέ του Καίλιου Απίκιου («Περί μαγειρικής»).
Εφτακόσια χρόνια το πάλευαν όλοι, Μινωίτες, Αιγύπτιοι, Έλληνες, Ρωμαίοι και κάθε άλλος λαός της Μεσογείου, μάταια όμως. Μόνο η Κυρήνη είχε το προνόμιο να πλουτίζει από το Σίλφιο.
Την ίδια ώρα, το θαυματουργό χορτάρι είχε και πολλές θεραπευτικές χρήσεις, αν και είναι δύσκολο να αποτιμήσουμε με σύγχρονους ιατρικούς όρους την αποτελεσματικότητά τους. Από πονόλαιμο, πυρετό και δυσπεψία μέχρι αφροδίσια νοσήματα (κονδυλώματα) και ανεπιθύμητες κυήσεις λεγόταν πως θεράπευε. Ο Ιπποκράτης παρότρυνε τους ασθενείς του: «Όταν εξέχει το έντερο και δεν επιστρέφει στη θέση του, ξύστε σε μικρά κομμάτια το καλύτερο και πιο συμπαγές σίλφιον και εφαρμόστε το ως κατάπλασμα».
Αλλά και ο Θεόφραστος ο Ερέσιος και ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος το παρομοίαζαν με την «Ηράκλεια Πανάκεια», λέγοντάς μας πως το σκιανθές φυτό ήταν κατάλληλο για όλες τις ασθένειες.
Την ίδια στιγμή, ο ανθός του χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή αρωμάτων, καθώς οι αρχαίοι εκμεταλλεύονταν κάθε τετραγωνικό εκατοστό του.
Ήταν πάντως αναμφίβολα η αντισυλληπτική του δράση που έκανε τους Έλληνες να το προτιμούν και τους Ρωμαίους να το λατρεύουν.
Πράγματι, οι Ρωμαίοι το αγάπησαν τόσο πολύ, που ανέφεραν το αγνό βότανο σε ποιήματα και τραγούδια και το έγραψαν σε μεγάλα έργα λογοτεχνίας.
Το Σίλφιο με τη λατινική του ονομασία (laserpicium) παίζει και σε ποίημα του Κάτουλλου προς την ερωμένη του Λεσβία, διαδραματίζοντας έτσι σαφή ρόλο στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα.
* Η χρήση και το εμπόριο του
Όπως είναι λογικό και επόμενο οι συλλογείς του βοτάνου είχαν σημαντικά έσοδα από το εμπόριο του, δεδομένου ότι χρησιμοποιήθηκε από τις γυναίκες κυρίως ως αντισυλληπτικό μέσο.
Ως αρχαιολογικό τεκμήριο μπορεί να θεωρηθεί το αγγείο από τη Λακωνία όπου ο βασιλιάς της Κυρήνης Αρκεσίλας επιβλέπει την εξαγωγή του. Ενδιαφέρον έχει η λεπτομέρεια στο κάτω μέρος αυτής της απεικόνισης: το σίλφιον φυλασσόταν σε ειδικές υπόγειες αποθήκες, μαζί με χρυσό και άργυρο, πριν εξαχθεί σε άλλες αγορές.
Επιπρόσθετα σε νομίσματα της Κυρήνης βασικό έμβλημα της αποικίας είναι στυλιζαρισμένη μορφή του σίλφιου, πηγή πλούτου και ευημερίας για την πόλη. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι το τελευταίο φυτό δόθηκε στο Νέρωνα (το προσέφεραν ως το τελευταίο δείγμα αυτού του φυτού). Εντούτοις μια ύστατη μαρτυρία από τον Συνέσιο τον Κυρηναίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη μιας μικρής ποσότητας σιλφίου στα τέλη του 4ου μ.Χ.
Όπως κι αν έχει, αυτό το πολύτιμο βοτάνι συνέβαλε τα μέγιστα στη μετατροπή της πόλης σε επίκεντρο του ελληνικού πολιτισμού στα άγνωστα εδάφη, καθώς η εμπορική του εκμετάλλευση κόμιζε στην Κυρήνη θαυμαστά πλούτη. Το Σίλφιο έγινε τόσο σημαντικό για την κυρηναϊκή οικονομία που εμφανίζονταν από ένα σημείο και μετά σε κάθε σχεδόν νόμισμα της πόλης.
Όπως κι αν έχει, αυτό το πολύτιμο βοτάνι συνέβαλε τα μέγιστα στη μετατροπή της πόλης σε επίκεντρο του ελληνικού πολιτισμού στα άγνωστα εδάφη, καθώς η εμπορική του εκμετάλλευση κόμιζε στην Κυρήνη θαυμαστά πλούτη. Το Σίλφιο έγινε τόσο σημαντικό για την κυρηναϊκή οικονομία που εμφανίζονταν από ένα σημείο και μετά σε κάθε σχεδόν νόμισμα της πόλης.
Το Silphium ήταν τόσο σημαντικό για την οικονομία της Cyrene, οι ντόπιοι σφράγισαν την εικόνα τους στα χρήματά τους (Credit: Alamy)
Ωστόσο, η υπερκαλλιέργεια και οι οπλές των ζώων κατέστρεψαν το εύθραυστο οικοσύστημα των κυρηναϊκών ακτών, στέλνοντας το Σίλφιο στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Σύμφωνα με τον θρύλο, που παραδίδει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος («Φυσική Ιστορία»), ήταν ο αυτοκράτορας Νέρων αυτός που γεύτηκε το τελευταίο ποτέ κλαράκι του: «Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, δεν υπάρχει καθόλου σίλφιο … λένε πως το τελευταίο βλαστάρι που βρέθηκε, απ’ όσο θυμούνται οι άνθρωποι, στάλθηκε στον αυτοκράτορα Νέρωνα». Και του στάλθηκε ως κάτι το αξιοπερίεργο, όπως μας λέει ο Πλίνιος.
Το ήδη σπάνιο Σίλφιο εξαφανίστηκε. Τώρα όλοι αναπολούσαν τις εποχές που ο Ιούλιος Καίσαρας είχε φροντίσει δαιμόνια να πάρει στην κατοχή του μεγάλες ποσότητες του φυτού, τις οποίες παραχώρησε κάποια στιγμή στα δημόσια ταμεία του ρωμαϊκού κράτους. Καθώς μέχρι τότε άξιζε πραγματικό ασήμι. Οι Ρωμαίοι το έλεγαν άλλωστε χωρίς περιστροφές πως «ο χυμός του σίλφιου αξίζει το βάρος του σε δηνάρια»!
* Το αντικατάστατο
Οι στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην εκστρατεία τους στην βορειοανατολική Περσία βρήκαν την Ασαφέτιδα στην οποία αναγνώρισαν μεγάλη ομοιότητα με το Σίλφιο της Κυρήνης. Με δεδομένο ότι το Σύλφιο ήταν ήδη σπάνιο, η Ασαφέτιδα έγινε στην Ελλάδα δεκτή με ικανοποίηση αν και ήταν λιγότερο γευστική.
Ο Διοσκουρίδης μάλιστα τον 1ο αιώνα μ.Χ. έγραφε. «Το Σύλφιο της Κυρήνης ακόμη και όταν απλά το δοκιμάσεις διεγείρει όλο το σώμα και έχει πολύ υγιές άρωμα, τόσο που δεν το καταλαβαίνεις στην αναπνοή ή το αντιλαμβάνεσαι πολύ λίγο. Αυτό όμως της Περσίας είναι λιγότερο ισχυρό και έχει ασχημότερη γεύση».
Μετά την εξαφάνιση του Σίλφιου, η Ασαφέτιδα έγινε δεκτή με ευχαρίστηση τόσο από τους γιατρούς όσο και από τους μάγειρες της αρχαιότητας.
Η Ασαφέτιδα μετά το 1500 μ.Χ. άρχισε να χρησιμοποιείται ως βότανο και στη μαγειρική με δειλά βήματα.
Το 1918 στην πανδημία της Ισπανικής γρίπης χρησιμοποιήθηκε έντονα για την καταπολέμηση αυτής της αρρώστιας που θέρισε την Ευρώπη. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ως αντίδοτο οπίου σε οπιομανείς.
Στην Ινδία και την Περσία χρησιμοποιείται παρά την δυσάρεστη μυρωδιά της ως καρύκευμα και θεωρείται ότι ασκεί διεγερτική δράση στον εγκέφαλο. Την χρησιμοποιούν ως διεγερτικό της πέψης, για τον μετεωρισμό, τους κολικούς και ως ήπιο καθαρτικό.
* Μπορούμε να το ξαναβρούμε;
Ο Θεόφραστος περιέγραψε το φυτό ως έχον παχιές ρίζες καλυμμένες με μαύρο φλοιό, ο οποίος ήταν υπερβολικά μακρύς. Αν και το φυτό ήταν «πιο περίεργο», είπε ότι είχε ένα κοίλο στέλεχος που έμοιαζε με μάραθο και χρυσά φύλλα που μοιάζουνε με εκείνα του σέλινου.
Η οικονομία της προσφοράς και της ζήτησης «χτύπησε» ανεπανόρθωτα το Σίλφιο. Καθώς η αξία του μάλιστα αυξανόταν, οι αδίστακτοι λαθρέμποροι το οδήγησαν στην εξαφάνιση.
Σήμερα τα φαρμακευτικά βότανα είναι μια βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, η οποία και αναπτύσσεται. Πολλά είναι τα βότανα που απειλούνται από την αλλαγή του κλίματος και τον τρόπο ανάπτυξης. Μόνο στη Νότια Αφρική, 82 φαρμακευτικά βότανα απειλούνται με εξαφάνιση και δύο έχουν εξαφανιστεί.
Οι ελπίδες για το Σίλφιο όμως δεν έχουν σβήσει. Έχουν υπάρξει μόνο λίγες μελέτες σχετικά με την ποικιλομορφία των φυτών στη Λιβύη και μπορεί να βρεθεί ακόμα. «Θα μπορούσε να είναι ακόμα εκεί. Δεν είναι εύκολη η έρευνα », λέει ο Monique Simmonds, καθηγητής στο Kew Gardens, London.
Φυσικά, αυτό γίνεται λίγο πιο δύσκολο από το γεγονός ότι κανείς δεν ξέρει τι ψάχνουν. «Έχουμε την τάση να βρούμε τους σπόρους άλλων φυτών, όπως κόλιανδρο και άνηθο, σε αρχαίες τοποθεσίες. Αλλά κανείς δεν βρήκε ποτέ silphium», λέει ο Monique Simmonds.
Οι επιστήμονες πιστεύουν τώρα ότι το Σίλφιο μπορεί να ανήκε σε μια ομάδα φυτών που μοιάζουν με μάραθο, το Ferula. Στην πραγματικότητα σχετίζονται με καρότα και αναπτύσσονται άγρια ως ζιζάνια σε όλη τη Βόρεια Αφρική και τη Μεσόγειο. Δύο από αυτά τα φυτά εξακολουθούν να υπάρχουν στη Λιβύη σήμερα. Είναι πιθανό ότι ένα από αυτά είναι Σίλφιο.
Μπορεί να μην μάθουμε ποτέ την πραγματική ταυτότητα του Σίλφιου, αλλά μπορούμε να μάθουμε από την παρακμή του. Η τελευταία έρευνα της Cyrene έδειξε ότι πολλά φυτά και βότανα εξαφανίζονται γρήγορα, καθώς η γη παραδίδεται σε ερήμους και για άλλη μια φορά η χρήση της είναι υπερβολική. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μπορεί να έχει προ πολλού αλλά φαίνεται ότι επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη.
ΠΗΓΗ
Θεατρικά έργα theatrika erga θεατρικα εργα κωμωδία δράμα
ΑπάντησηΔιαγραφή