Το κλείσιμο των καταστημάτων στην Ελλάδα,πλην τροφίμων, φαρμακείων, περιπτέρων και μίνι μάρκετ-, και ο περιορισμός λειτουργίας λαϊκών αγορών, καφέ κ.ά., για να αντιμετωπιστεί η εξάπλωση της πανδημίας, έδωσε το περιθώριο στα σούπερ μάρκετ να υποκαταστήσουν μεγάλο τμήμα της αγοράς (βλπ. Είδος προς εξαφάνιση και οι ψησταριές) η οποία θα πάρει σταδιακά πάλι μπροστά από την ερχόμενη εβδομάδα.
Ας δούμε όμως τι λένε τα στοιχεία.
Σύμφωνα με την IRI, από τη Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου έως και την Κυριακή 12 Απριλίου ο τζίρος των 350 ταχυκίνητων προϊόντων (βασικά είδη καθημερινής χρήσης, όπως το γάλα, το ψωμί, είδη οικιακής χρήσης, είδη προσωπικής υγιεινής κ.ά.) που πωλούνται εντός των σούπερ μάρκετ άγγιξε το 1,035 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 30,7% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα ένα χρόνο πριν.
Αν σε αυτό το καλάθι προστεθούν τα επί ζυγίω προϊόντα, όπως φρέσκα φρούτα, λαχανικά, τυριά και κρέας, αλλά και οι πωλήσεις των e-shops των αλυσίδων σούπερ μάρκετ τότε το ταμείο ξεπερνά το 1,4 δισ. ευρώ, αναφέρουν στο Capital.gr πηγές με γνώση.
Ας σταθούμε όμως στο βασικό καλάθι των 350 προϊόντων αξίας 1,035 δισ. ευρώ.
Τη μεγαλύτερη αύξηση πωλήσεων από τις 24 Φεβρουαρίου έως και τις 12 Απριλίου παρουσίασαν τα προϊόντα για το σπίτι (+47,5%), τα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας (+37,2%), τα τρόφιμα (+28,7%) και όλα τα υπόλοιπα (+15,5%).
Ποια είναι όμως "όλα τα υπόλοιπα", που την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 12 Απριλίου εμφάνισε τη μεγαλύτερη ανάπτυξη (+65,2%) σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες προϊόντων, όπως αυτή των τροφίμων;
Αθλητικός εξοπλισμός, βιβλία, είδη ζωγραφικής, ένδυση, παιγνίδια, είδη γραφείου, μαρκαδόροι, σχολικά είδη, είδη κηπουρικής, κεριά κ.ά. Από τις 60 κατηγορίες με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη πωλήσεων την εβδομάδα που έληξε στις 12 Απριλίου (ήταν η εβδομάδα πριν τη Μεγάλη Εβδομάδα) λιγότερες από τις μισές κατηγορίες που εμφάνισαν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη ήταν τρόφιμα. Τα υπόλοιπα προϊόντα του Top 60, προέρχονται από τις κατηγορίες των προϊόντων προσωπικής φροντίδας (βλπ. κραγιόν), προϊόντα για τον καθαρισμό του σπιτιού και προϊόντα από την κατηγορία "όλα τα υπόλοιπα".
Από τα στοιχεία της IRI, για την πορεία της κατανάλωσης, προκύπτει με τον πλέον σαφή τρόπο η στροφή των καταναλωτών στα σούπερ μάρκετ, που δεν ήταν έτοιμα για αυτή την αλλαγή, λόγω έλλειψης εναλλακτικών επιλογών, για την αγορά πληθώρας προϊόντων πέραν των βασικών που ψώνιζαν οι καταναλωτές στην προ κορονοϊού εποχή.
Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί, σε βάθος χρόνου, είναι αν αυτή η τάση θα διατηρηθεί. Αν με το άνοιγμα των καταστημάτων,αυτό θα γίνει σταδιακά από τις 4 ή 5 Μαΐου όπως είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας- οι επαγγελματίες του λιανεμπορίου θα καταφέρουν να φέρνουν πίσω τους καταναλωτές που έφυγαν. Και φυσικά σε τι βάθος χρόνου, και σε ποιο ποσοστό θα γίνει αυτός ο επαναπατρισμός.
Η άσκηση, τόσο της επαναλειτουργίας του λιανεμπορίου, τα πολυκαταστήματα θα ανοίξουν σε μεταγενέστερο χρόνο απ’ ό,τι τα μικρά καταστήματα,όσο και του χρόνου που θα απαιτηθεί για να επιστρέψουν, αν επιστρέψουν, στις παλιές τους συνήθειες οι καταναλωτές είναι δύσκολη, υποστηρίζουν στελέχη της αγοράς που μίλησαν στο Capital.gr.
Οι λόγοι είναι πολλοί. Ο υγειονομικός παράγοντας είναι ο πρώτος.
Σήμερα με τους περιορισμούς που υπάρχουν στον αριθμό των καταναλωτών που μπορούν να βρίσκονται ταυτόχρονα σε μια σάλα σούπερ μάρκετ (15 τ.μ. ανά πελάτη) σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που παρέχονται με αρκετές δυσκολίες για ηλεκτρονικές παραγγελίες από τα σούπερ μάρκετ, έχει οδηγήσει σε μείωση 15-20% των επισκέψεων αλλά σε αύξηση του μέσου καλαθιού.
Ο δεύτερος παράγοντας, ο οποίος είναι εξίσου κρίσιμος, είναι το διαθέσιμο εισόδημα.
Η περιορισμένη ορατότητα για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, οι εκτιμήσεις για ύφεση ακόμη και πάνω από 10% και η εργασιακή ανασφάλεια, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για το shopping therapy.
Κάτι που έχουν υπολογίσει στα σενάρια που εκπονούν οι μεγάλες λιανεμπορικές αλυσίδες. Με βάση αυτές τις ασκήσεις, το "καλό" σενάριο κάνει λόγο για πτώση 50% του τζίρου με το χειρότερο να κάνει λόγο για απώλεια 80% των πωλήσεων στα καταστήματα του δικτύου τους που θα ανοίξουν με την άρση των μέτρων.
Οι μικρές και πολύ μικρές λιανεμπορικές εταιρείες και συγκεκριμένα 1 στις 7, περίπου 100.000 επιχειρήσεις, δηλώνουν ότι ενδέχεται να κλείσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων. Το δυσοίωνο αυτό σενάριο, το οποίο αν επαληθευτεί θα οδηγήσει στην απώλεια 250.000 θέσεων απασχόλησης (αυτοαπασχολούμενοι, εργοδότες και εργαζόμενοι), αποτυπώθηκε σε έκτακτη έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ για τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Ακόμη όμως και για αυτές που θα παραμείνουν ενεργές, το μέλλον προδιαγράφεται δύσκολο. Η έλλειψη ρευστότητας, ο φόβος για χαμηλούς τζίρους και τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς Δημόσιο, ΔΕΚΟ και Τράπεζες, αποτελούν τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν την επόμενη ημέρα.
Η συντριπτική πλειοψηφία (74%) των ερωτηθέντων που οι επιχειρήσεις τους συνεχίζουν να λειτουργούν δήλωσε πως ο τζίρος έχει υποχωρήσει κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων.
Το 13% ανέφερε πως δεν μεταβλήθηκε, ενώ μόλις το 9% εμφάνισε αύξηση πωλήσεων. Το εύρημα αυτό καταδεικνύει ότι ακόμα και για τις επιχειρήσεις που συνεχίζουν να λειτουργούν η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά είναι αρκετά δύσκολη.
Τις μεγαλύτερες συνέπειες αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό όπου το 86% καταγράφουν μείωση του τζίρου, καθώς και εκείνες με έως 2 άτομα προσωπικό όπου το αντίστοιχο ποσοστό είναι στο 78%.
Καλύτερη είναι η εικόνα που καταγράφεται στις μεγαλύτερες με βάση το προσωπικό επιχειρήσεις (πάνω από 5 άτομα) όπου το 54% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι μειώθηκε ο τζίρος τους.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου