«Η φτώχεια δεν είναι ντροπή».Βάλτερ Μπένγιαμιν
Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν υπήρξε ένας πολύ γνωστός Γερμανοεβραίος φιλόσοφος και κριτικός λογοτεχνίας που γεννήθηκε το 1892 στο Βερολίνο.
Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη του όταν ξεκίνησαν οι ναζιστικοί διωγμοί, και αυτοκτόνησε το 1940 στο Πορ Μπου, στα γαλλο-ισπανικά σύνορα. Ο Μπένγιαμιν είχε μεταφράσει επίσης έργα των Μπαλζάκ, Μπωντλαίρ και Προυστ.
Στο σάϊτ του «Εντευκτηρίου» βρήκαμε το παρακάτω κείμενό του με τίτλο «Η ντροπή της φτώχειας«:
«Η φτώχεια δεν είναι ντροπή». Σύμφωνοι. Ωστόσο τον φτωχό τον ντροπιάζουν. Το κάνουν, και τον παρηγορούν μ’ αυτή τη φρασούλα. Είναι απ’ αυτές που κάποτε μπορούσε κανείς να τις παραδεχτεί, που όμως η ημερομηνία λήξης τους έχει φθάσει προ πολλού. Όπως κι εκείνο το βάναυσο «ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω». Όταν υπήρχε δουλειά που έτρεφε τον άνθρωπό της, υπήρχε και φτώχεια που δεν τον ντρόπιαζε, αν οφειλόταν σε καμιάν αναπηρία ή σε κάποιο άλλο θέλημα της μοίρας. Αυτή η ανέχεια όμως μες στην οποία γεννιούνται εκατομμύρια, και μπλέκουν εκατοντάδες χιλιάδες που φτωχαίνουν, ντροπιάζει. Η βρόμα και η αθλιότητα ορθώνονται γύρω τους σαν τείχη που τα χτίζουν αόρατα χέρια. Κι όπως ένα άτομο μπορεί ν’ ανεχθεί πολλά για τον εαυτό του, δίκαια όμως ντρέπεται σαν τον βλέπει η γυναίκα του να τα υφίσταται και να τ’ ανέχεται, έτσι επιτρέπεται να υποστεί πολλά, όσο είναι μόνος, και όλα, εφόσον τα κρύβει. Όμως κανείς ποτέ δεν επιτρέπεται να συνάψει ειρήνη με τη φτώχεια, όταν πέφτει σαν ίσκιος τεράστιος πάνω στο σπίτι και στο λαό του. Τότε πρέπει να διατηρήσει τις αισθήσεις του άγρυπνες για κάθε ταπείνωση που υφίσταται, και να τις κρατά σε πειθαρχία μέχρι που ο πόνος του να πάψει να παίρνει τον κατήφορο της θλίψης, και να διανοίξει ανηφορικά το δρόμο της εξέγερσης».
Στο σάϊτ του «Εντευκτηρίου» βρήκαμε το παρακάτω κείμενό του με τίτλο «Η ντροπή της φτώχειας«:
«Η φτώχεια δεν είναι ντροπή». Σύμφωνοι. Ωστόσο τον φτωχό τον ντροπιάζουν. Το κάνουν, και τον παρηγορούν μ’ αυτή τη φρασούλα. Είναι απ’ αυτές που κάποτε μπορούσε κανείς να τις παραδεχτεί, που όμως η ημερομηνία λήξης τους έχει φθάσει προ πολλού. Όπως κι εκείνο το βάναυσο «ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω». Όταν υπήρχε δουλειά που έτρεφε τον άνθρωπό της, υπήρχε και φτώχεια που δεν τον ντρόπιαζε, αν οφειλόταν σε καμιάν αναπηρία ή σε κάποιο άλλο θέλημα της μοίρας. Αυτή η ανέχεια όμως μες στην οποία γεννιούνται εκατομμύρια, και μπλέκουν εκατοντάδες χιλιάδες που φτωχαίνουν, ντροπιάζει. Η βρόμα και η αθλιότητα ορθώνονται γύρω τους σαν τείχη που τα χτίζουν αόρατα χέρια. Κι όπως ένα άτομο μπορεί ν’ ανεχθεί πολλά για τον εαυτό του, δίκαια όμως ντρέπεται σαν τον βλέπει η γυναίκα του να τα υφίσταται και να τ’ ανέχεται, έτσι επιτρέπεται να υποστεί πολλά, όσο είναι μόνος, και όλα, εφόσον τα κρύβει. Όμως κανείς ποτέ δεν επιτρέπεται να συνάψει ειρήνη με τη φτώχεια, όταν πέφτει σαν ίσκιος τεράστιος πάνω στο σπίτι και στο λαό του. Τότε πρέπει να διατηρήσει τις αισθήσεις του άγρυπνες για κάθε ταπείνωση που υφίσταται, και να τις κρατά σε πειθαρχία μέχρι που ο πόνος του να πάψει να παίρνει τον κατήφορο της θλίψης, και να διανοίξει ανηφορικά το δρόμο της εξέγερσης».
http://peopleandideas.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου